«Αγαπητέ κ. Πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στην Ελλάδα,
Κυρίες και κύριοι Πρέσβεις,
Κυρίες και Κύριοι,
Όλοι παρακολουθούμε με μεγάλο ενδιαφέρον την εξέλιξη του προεκλογικού αγώνα μεταξύ των υποψηφίων για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, ιδιαίτερα το τμήμα εκείνο του δημοσίου διαλόγου, που αφορά στην εξωτερική πολιτική.
Η ομιλία σας είναι λοιπόν ιδιαίτερα επίκαιρη.
Θα ήθελα από την πλευρά μου να κάνω με αφορμή τη συζήτηση αυτή, ορισμένες σύντομες γενικές επισημάνσεις.
1. Το διεθνές περιβάλλον είναι ρευστό, γεμάτο προκλήσεις και οριακές, πολλές φορές, ισορροπίες. Αυτό δημιουργεί αίσθημα ανησυχίας, προβληματισμού, ορισμένες φορές και ανασφάλειας, προσφέρει όμως και ευκαιρίες.
2. Οι προκλήσεις και τα προβλήματα που γεννά ο παγκοσμιοποιημένος κόσμος μας ξεπερνούν τα όρια και τις δυνατότητες των κρατών.
3. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων και η αξιοποίηση των ευκαιριών απαιτούν, πρώτα και κύρια τη διεθνή συνεργασία των βασικών δρώντων του διεθνούς συστήματος, των κρατών.
4. Διακρατική συνεργασία δεν νοείται χωρίς την υπαγωγή της σε ένα σύστημα αρχών και κανόνων. Το διεθνές δίκαιο παραμένει το βασικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσονται οι διεθνείς σχέσεις.
5. Στο περιβάλλον αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες, με το μεγάλο ειδικό τους βάρος, εκ των πραγμάτων έχουν, ή καλούνται να παίξουν, ηγετικό ρόλο, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα και την αναλογούσα ευθύνη.
Όσοι παρακολουθούν (και είμαι βέβαιος ότι όλοι σε αυτή την αίθουσα παρακολουθούμε) με προσοχή και ενδιαφέρον τη δημόσια συζήτηση που γίνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ των υποψηφίων, ακόμα και του ιδίου κόμματος, διαπιστώνουμε καθημερινά πόσο σημαντικό μέρος της αφιερώνεται στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Βασικό ζητούμενο αυτού του μεγάλου διαλόγου είναι η αναζήτηση μιας νέας ισορροπίας στην εξωτερική πολιτική μεταξύ της πολυμερούς-συναινετικής διπλωματίας και της μονομερούς δράσης. Ενός νέου σημείου ισορροπίας μεταξύ ρεαλισμού και ιδεαλισμού, μεταξύ παρεμβατισμού και απομονωτισμού.
Η απάντηση που θα δοθεί σ’ αυτά τα ερωτήματα είναι κρίσιμη διότι, πέραν όλων των άλλων – και στο σημείο αυτό μιλάω ως Ευρωπαίος πολιτικός – θα επηρεάσει καταλυτικά τη σχέση της Ευρώπης με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πιστεύω βαθειά ότι, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη, δεν πρέπει να χάνουμε καμία ευκαιρία για ειλικρινή διάλογο, καμία ευκαιρία για συνεργασία. Και οι δύο πλευρές του Ατλαντικού γνωρίζουμε καλά πόσα μας ενώνουν. Πόσα μοιραζόμαστε.
Η Ελλάδα πιστεύει στην ειλικρινή, ισότιμη και αποτελεσματική σχέση Ευρώπης-Ηνωμένων Πολιτειών και στις δυνατότητές της προς όφελος της ειρήνης, της ασφάλειας, της ανάπτυξης και της προόδου.
Κυρίες και κύριοι,
Ο διάλογος, οι συναινετικές διαδικασίες και ο σεβασμός των αρχών του διεθνούς δικαίου αποτελούν βασικό γνώμονα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Θα σταθώ σε ορισμένα μόνον, πρόσφατα παραδείγματα:
1ο Με την πρόσφατη επίσημη επίσκεψη του Έλληνα Πρωθυπουργού στην Άγκυρα, επιβεβαιώθηκε η σταθερή βούλησή μας να εργαστούμε πιο εντατικά στην κατεύθυνση της πλήρους εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Πρωθυπουργός: «Για την Ελλάδα μοναδικός γνώμονας σ’ αυτήν τη διαδικασία είναι το διεθνές δίκαιο και οι διεθνείς συνθήκες. Γνωρίζουμε ότι η προσπάθεια πλήρους εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι μακρά και επίπονη».
2ο Με την πεποίθηση ότι το ευρωπαϊκό όραμα λειτουργεί καταλυτικά προς όφελος της περιφερειακής ειρήνης και σταθερότητας, η Ελλάδα, μόλις πριν από δύο μήνες, με την πρόταση των 5 σημείων φιλοδοξεί να δώσει νέα πνοή στην ενταξιακή προοπτική των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.
3ο Σε εφαρμογή των Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και της Ενδιάμεσης Συμφωνίας Ελλάδος-ΠΓΔΜ, η Ελλάδα συμμετέχει εποικοδομητικά στις διαπραγματεύσεις για την ονομασία της χώρας αυτής, υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Επιθυμούμε ειλικρινά την επιτυχή ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων με την εξεύρεση μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης.
Επιθυμούμε και επιδιώκουμε να δοθεί σύντομα και οριστικά λύση σε ένα διεθνές πρόβλημα, προς όφελος της καλής γειτονίας, της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όπως ορίζει η Απόφαση 817 (1993). Όπως απαιτεί η Ευρωπαϊκή και Ευρωατλαντική προοπτική της γειτονικής χώρας.
Η Ελλάδα, με έργα και όχι στα λόγια, έχει συνεισφέρει στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΠΓΔΜ, παρέχοντας επενδύσεις, θέσεις εργασίας, τεχνογνωσία και αναπτυξιακή βοήθεια.
Θα ήθελα να κλείσω με μερικές σύντομες γενικές σκέψεις για τις σχέσεις της Ελλάδας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επανειλημμένα έχει ειπωθεί τον τελευταίο καιρό ότι οι σχέσεις των δύο χωρών διέρχονται την καλύτερη περίοδό τους. Συμφωνώ με αυτή τη διαπίστωση. Με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ελλάδα έχει ειλικρινή και ουσιαστικό διάλογο.
Η συνεργασία των δύο χωρών είναι στενή, διαρκής και παραγωγική σε πλειάδα θεμάτων. Απτά δείγματά της αποτελούν η συνεργασία των δύο Αντιπροσωπειών μας, κατά τη θητεία μας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, η στενή συνεργασία στο πλαίσιο της Ατλαντικής Συμμαχίας, η συμμετοχή στην ISAF, κατ’ εφαρμογή Απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και ο συντονισμός ενεργειών για την αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας. Είναι πολύ σημαντικό και χαρακτηριστικό των αισθημάτων αλληλεγγύης που έχουν οι δύο λαοί, ότι σε περιπτώσεις ανθρωπιστικών κρίσεων, η μία χώρα έχει σπεύσει να συνδράμει την άλλη, όπως έγινε στον τυφώνα Κατρίνα και στις περυσινές πυρκαγιές που έπληξαν την Ελλάδα.
Όπως κάθε σχέση, έτσι κι αυτή δεν είναι πάντα ανέφελη.
Όμως η φιλία μεταξύ των δύο χωρών – οικοδομημένη στις ακλόνητες αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας αλλά και στην ισχυρή μας ομογένεια – είναι τόσο ώριμη, ώστε αποκλίσεις, όταν αναφύονται, να αντιμετωπίζονται περισσότερο ως αφορμή στενότερου διαλόγου, και όχι ως σημείο τριβής. Αυτό επιβάλλει η παραδοσιακή φιλία των δύο λαών μας. Είμαι βέβαιος ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται και να εμβαθύνονται στη στερεή βάση των κοινών αξιών μας και προς αμοιβαίο όφελος.
Σας ευχαριστώ