ΤΡΙΤΗ 1 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2006
Κύριοι Γενικοί, κυρίες και κύριοι Πρέσβεις, πρέπει να πω ότι αισθάνομαι ότι έχω το προνόμιο να γνωρίζω όλους σχεδόν εδώ, τις κυρίες και κυρίους Πρέσβεις προσωπικά μέσα από πολλά χρόνια συνεργασίας μαζί τους και αισθάνομαι έτσι ιδιαίτερη χαρά που είμαι σήμερα μαζί σας για να δούμε ορισμένα από τα θέματα της αρμοδιότητός μου.
Οι εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τα αρνητικά δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη όπως ξέρετε έχουν επιβραδύνει τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η θεσμική και πολιτική πορεία της Ένωσης βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Περισσότερο από ποτέ αυτή η αβεβαιότητα μας αφορά, καθώς συνδέεται και με το μέλλον των χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης στην πορεία τους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όλα αυτά συνδέονται με τις βασικές κατευθύνσεις της εξωτερικής μας πολιτικής. Το δυναμικό του Υπουργείου μας καλείται να διαχειριστεί τις προκλήσεις, αλλά κυρίως καλείται να προβλέπει εξελίξεις και να σχεδιάζει και να υλοποιεί δράσεις και πρωτοβουλίες που θα επιτρέψουν στη χώρα, όπως είπε και η κα Υπουργός χθες, να βρίσκεται στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφ’ ενός και δεύτερον ν’ αλλάξουμε τη γειτονιά μας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και να τη φέρουμε κοντύτερα στις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες.
Στο θέμα της Συνταγματικής Συνθήκης η χώρα μας, όπως είναι γνωστό, υποστηρίζει ότι η αξιοποίηση της περιόδου περισυλλογής πρέπει να είναι δημιουργική και παραγωγική. Παράλληλα πιστεύουμε ότι η διαδικασία επικύρωσης της Συνθήκης πρέπει να συνεχιστεί. Η συνέχιση αυτής της διαδικασίας αποτελεί ένδειξη σεβασμού απέναντι στους λαούς και στα Κοινοβούλια των κρατών μελών που ήδη έχουν επικυρώσει τη Συνθήκη.
Συνιστά επίσης έκφραση δημοκρατικότητας, δίνοντας σε όλους τους Ευρωπαίους πολίτες και τα Κοινοβούλιά τους, την ευκαιρία να εκφράσουν την άποψή τους. Η Συνταγματική Συνθήκη αποτελεί τη μεγαλύτερη δυνατή θεσμική βάση για την Ένωση προκειμένου να αντιμετωπίσει της πολυδιάστατες προκλήσεις του μέλλοντος. Το ενδεχόμενο της άκριτης εγκατάλειψής της ή τής επιλεκτικής εφαρμογής κάποιων τμημάτων της μόνο, δε θα πρέπει να μας δελεάσει γιατί τέτοια αποτελέσματα μπορεί να είναι απογοητευτικά.
Η Ελλάδα είναι λοιπόν αποφασισμένη να συμβάλλει με όλες της τις δυνάμεις ώστε να υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή πρόοδος στην άρση της εκκρεμότητας, εκκρεμότητα η οποία είναι αναμφισβήτητα μια τροχοπέδη στο δυναμισμό και στην αποτελεσματικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει άλλωστε ότι η εμβάθυνση συνδέεται άμεσα με τη διεύρυνση, αφού οι δυο αυτές πλευρές αποτελούν τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος.
Μέχρι σήμερα η εμβάθυνση έχει όπως ξέρετε προχωρήσει σε ορισμένους τομείς, στη νομισματική ενοποίηση, με τη Συνθήκη Σένγκεν κτλ., αλλά εξακολουθεί να υστερεί σε άλλους, στην κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική άμυνας για παράδειγμα. Είναι ανάγκη λοιπόν να ξαναβρεί η Ευρώπη το δρόμο προς την ολοκλήρωση. Το ιδανικό είναι η προσπάθεια να είναι κοινή, δηλαδή να προχωρήσουν όλα τα κράτη μέλη μαζί και γι αυτό αναμένουμε απ’ όλους να επικυρώσουν τη Συνταγματική Συνθήκη δείχνοντας κατανόηση και παρέχοντας στήριξη σε όσους αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Εάν παρ’ όλα αυτά το ιδανικό δεν καταστεί εφικτό, υπάρχει πάντα ο δρόμος των ενισχυμένων συνεργασιών εντός του πλαισίου των υφισταμένων συνθηκών που θα μπορούσε να δώσει την απαραίτητη ώθηση στην πορεία της Ευρώπης προς το μέλλον. Πάντως κοινό χρέός όλων των κρατών μελών είναι να φροντίσουν ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Κυρίες και κύριοι Πρέσβεις, χωρίς την εμβάθυνση, η διεύρυνση είναι βέβαιο ότι θα συναντήσει δυσκολίες. Διαχρονικά η επιτυχία των διαδοχικών κυμάτων διεύρυνσης βασίστηκε στην παράλληλη, αν όχι προηγούμενη εμβάθυνση της ολοκλήρωσης. Αυτό που είναι πλέον σαφές είναι ότι οι μελλοντικές διευρύνσεις θα είναι διαφορετικές από τις προηγούμενες. Οι ιδιαιτερότητες των υποψηφίων χωρών αλλά και αυτών με ευρωπαϊκή προοπτική καθώς και η ίδια η εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα τελευταία χρόνια, κατέκτησαν τη διαδικασία ακόμη πιο πολιτική.
Δεν έχουμε μόνο τα γνωστά κριτήρια της Κοπεγχάγης, αλλά πλέον οι υποψήφιες χώρες αξιολογούνται και από την ικανότητά τους να εκπληρώσουν συγκεκριμένα κατά περίπτωση προαπαιτούμενα πολιτικής φύσεως, τα γνωστά requirements.
Προαπαιτούμενα των οποίων η εφαρμογή είναι απαραίτητος και μη διαπραγματεύσιμος όρος. Προαπαιτούμενα στα οποία δε χωρούν και δε μπορούμε να επιτρέψουμε εκπτώσεις. Αποτελούν τις ελάχιστες εγγυήσεις εμπέδωσης της ειρήνης, της σταθερότητας και της ευημερίας στην Ευρώπη συνολικά και στη γειτονιά μας ειδικότερα.
Η δέσμευσή μας υπέρ της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, της Κροατίας και των Δυτικών Βαλκανίων εν γένει, οφείλει να παραμείνει ισχυρή αλλά εντός του πλαισίου που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διεύρυνση με αυτούς τους όρους μπορεί να στείλει το πιο σαφές και εναργές μήνυμα σταθερότητας και ειρήνης στην περιοχή.
Ως προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων πρώτα, η τρέχουσα ευαίσθητη συγκυρία καθιστά ακόμη πιο αναγκαία την παροχή ειλικρινών και εμπράκτων διαβεβαιώσεων στις χώρες της περιοχής, περί της ευρωπαϊκής τους προοπτικής, υπό τον όρο φυσικά της αυστηρής τήρησης της αιρεσιμότητας.
Σχετικά με την Κροατία να πω μια λέξη: Η Ευρωπαϊκή Ένωση δίδει το αίτημα της Κροατίας για αποσύνδεση της διαπραγματευτικής διαδικασίας της από εκείνη της Τουρκίας. Πιστεύουμε ότι εφ’ όσον καταλήξουμε εκεί, η αποσύνδεση θα πρέπει να προκύψει εκ των πραγμάτων και όχι μέσω αποφάσεων που θα εμπεριέχουν αρνητικό συμβολισμό.
Η προσήλωσή μας τώρα ως προς τα Δυτικά Βαλκάνια πρέπει να είναι σταθερή στην αυστηρή τήρηση της αιρεσιμότητας. Θυμίζω εδώ ότι η χώρα μας συνήνεσε στην απόδοση καθεστώτος υποψήφιας χώρας στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, μόνο στη βάση της γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής των προτεραιοτήτων της εταιρικής σχέσης και της δήλωσης της Προεδρίας στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της 12ης Δεκεμβρίου 2005 αναφορικά με την αποκλειστική χρήση της διεθνώς αποδεκτής ονομασίας της εν λόγω χώρας σε όλα τα Κοινοτικά κείμενα και συναντήσεις.
Η απόφασή μας αυτή δεν ήταν εύκολη. Όλοι γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα δεν έχει φισθεί προσπαθειών ως προς την επίτευξη συμφωνίας και έχει εξαντλήσει τα διαπραγματευτικά της περιθώρια. Εναπόκειται πλέον στην άλλη πλευρά να αδράξει την ευκαιρία για λύση.
Κυρίες και κύριοι Πρέσβεις, επιτρέψτε μου σ’ αυτό το σημείο να έρθω στο θέμα της Ευρωπαϊκής προσαρμογής της Τουρκίας. Υποστηρίζουμε την προοπτική ένταξης της Τουρκίας ως πλήρους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη βάση πολύ συγκεκριμένων προϋποθέσεων. Η προοπτική αυτή, η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, εκτιμούμε ότι θα οδηγήσει σε μια σύγχρονη δημοκρατική Τουρκία που θα σέβεται τους κανόνες της καλής γειτονίας και θα ακολουθεί απόλυτα συμβατές πολιτικές με τις αρχές και τις αξίες στις οποίες έχει θεμελιωθεί το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Μια τέτοια Τουρκία θα είναι μια ευρωπαϊκή Τουρκία. Αυτό επιθυμούμε και σε αυτό συνίσταται η στρατηγική μας. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο. Γι αυτό και η υποστήριξή μας στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας δεν είναι ούτε τυφλή, ούτε και θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Η Ελλάδα θα είναι απαιτητικός, αυστηρός αλλά και δίκαιος κριτής.
Από την Τουρκία όπως και από τις άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης, απαιτούμε αφοσίωση και προσήλωση στις δεσμεύσεις που οικειοθελώς έχουν αναλάβει. Σε αυτή την πορεία της Τουρκίας, ιδιαίτερη σημασία θα έχει η έκθεση προόδου που αναμένεται να κατατεθεί όπως γνωρίζετε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το προσεχές φθινόπωρο.
Εργαζόμαστε εντατικά ώστε τα κείμενα αυτά να αντικατοπτρίζουν πλήρως τα δεδομένα. Με βάση τις διαπιστώσεις που θα γίνονται στην έκθεση αυτή, θα κριθεί και ποια θα είναι η παραπέρα πορεία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας. Για την Ελλάδα είναι σαφές ότι η Τουρκία έχει αναλάβει συγκεκριμένες υποχρεώσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί.
Το διαπραγματευτικό πλαίσιο του Οκτωβρίου 2005, η εταιρική σχέση και οι εκθέσεις προόδου, αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της ευρωπαϊκής προοπτικής της γειτονικής μας χώρας. Η έμπρακτη δέσμευση της Τουρκίας στις αρχές καλής γειτονίας, στην αντιμετώπιση των εστιών τριβής και στην αποχή από απειλές ή χρήση βίας, αποτελούν θεμελιώδη κριτήρια. Αναμένουμε συνεχείς και ουσιαστικές προσπάθειες, αλλά και συγκεκριμένες ενέργειες από την Άγκυρα στο πεδίο αυτό.
Εξ άλλου, η συνεργασία μας με την κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας όπως ξέρετε είναι άριστη και στενότατη. Δε μπορεί να είναι άλλωστε αλλιώς. Επιτρέψτε μου επίσης να τονίσω εδώ, ίσως και εκ του περισσού, πόσο σημαντική είναι η συνεργασία και σε υπηρεσιακό επίπεδο, έτσι ώστε να είναι ανάλογη πλέον της συμμετοχής της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπου, όπως ξέρετε, εδώ και δυο χρόνια είναι πλέον γεγονός.
Η Τουρκία οφείλει να εφαρμόσει άμεσα το πρόσθετο πρωτόκολλο στη συμφωνία της Άγκυρας. Αυτό συνεπάγεται το άνοιγμα των λιμανιών και των αεροδρομίων της στα κυπριακά πλοία και αεροσκάφη. Και αυτή η υποχρέωση είναι εκτός των όποιων λογικών παζαριού και προσπαθειών συμψηφισμού. Είναι γνωστό ότι η Τουρκία επιχειρεί να συνδέσει και να συμψηφίσει αυτή την υποχρέωση με το ζήτημα της άρσης της λεγόμενης απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων.
Η Άγκυρα επιμένει σκοπίμως να αγνοεί ότι δε μπορεί να ζητάει ανταλλάγματα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της. Εξ άλλου η ευθύνη για την όποια απομόνωση των κατεχομένων και της τουρκοκυπριακής κοινότητας δεν ανήκει βεβαίως ούτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε στα κράτη μέλη της.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση απ’ τη μεριά της έχει καταστήσει σαφές με τη δήλωσή της, του Σεπτεμβρίου 2005, ότι η μη εφαρμογή από την Τουρκία του Πρωτοκόλλου, θα έχει επιπτώσεις στη διαπραγματευτική διαδικασία. Η τουρκική λοιπόν στάση, θα αποτιμηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το ερχόμενο φθινόπωρο.
Τον περασμένο Φεβρουάριο η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως ξέρετε, υιοθέτησε ύστερα από μεγάλο χρονικό διάστημα τον χρηματοδοτικό λεγόμενο κανονισμό. Η εφαρμογή του είναι σίγουρο ότι θα αποφέρει σημαντικά οικονομικά οφέλη στην τουρκοκυπριακή κοινότητα και ελπίζουμε ότι θα την ενθαρρύνει στην αναζήτηση κοινά αποδεκτής, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης στο πολιτικό πρόβλημα.
Αναμένουμε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αρμόδια για την υλοποίηση των σχετικών προγραμμάτων, να κινηθεί στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που η ίδια ανέλαβε και να μην προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που θα έθιγε τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ως προς την εκκρεμότητα του κανονισμού για το εμπόριο Ευρωπαϊκής Ένωσης κατεχομένων, υπογραμμίζω εδώ ότι η λύση του υπάρχοντος σήμερα αδιεξόδου, μπορεί να υπάρξει στη βάση των προτάσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας του 2004 και των συζητήσεων που έγιναν στη συνέχεια επί Λουξεμβουργιανής Προεδρίας και στη συνέχεια επί Αυστριακής.
Η Ελλάδα θα συνδράμει εποικοδομητικά μια τέτοια προσπάθεια και σε συνεχή βέβαια επικοινωνία και στενή συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία, όπως επιβεβαιώθηκε και κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Προέδρου Παπαδόπουλου στην Αθήνα. Σε αυτή την προσπάθεια η Ελλάδα βρίσκεται βεβαίως σε συνεχή επαφή και με τους άλλους εταίρους της.
Κυρίες και κύριοι Πρέσβεις, δυο άλλα σημαντικά ζητήματα που μας απασχολούν στον ευρωπαϊκό χώρο είναι πρώτα-πρώτα η νέα φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποκτήσει κοινή θαλάσσια πολιτική. Θυμίζω εδώ ότι η Πράσινη Βίβλος για τη νέα θαλάσσια πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρουσιάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον παρελθόντα Ιούνιο χωρίς αμφιβολία είναι μια σημαντική εξέλιξη, ιδιαίτερα για μια χώρα σαν τη δική μας για την οποία η θάλασσα αποτελεί συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς της, πηγή πλούτου και πολιτισμού, θα έλεγα και προβλημάτων.
Το κείμενο της Πράσινης Βίβλου έδωσε το έναυσμα για εκτενείς διαβουλεύσεις που αναμένεται να ολοκληρωθούν τον Ιούνιο του 2007 και η χώρα μας φιλοδοξεί να διαδραματίσει έναν πρωτεύοντα ρόλο στη διαμόρφωση της νέας αυτής ευρωπαϊκής προοπτικής. Και να θυμίσω εδώ ότι η χώρα μας, όπως γνωρίζετε, έχει αναλάβει μια ιδιαίτερη πρωτοβουλία συνεργασίας στενότερης με τις υπόλοιπες μεσογειακές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτόν αλλά και πέρα από αυτό, και μετά από μια δική μου συνάντηση με τους ομολόγους μου, θα έρθει και μια, σημαντική πιστεύω, πρόσκληση της Υπουργού προς τους ομολόγους της για μια συνάντηση των 7 μεσογειακών κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα τον προσεχή Οκτώβριο.
Ένα δεύτερο θέμα επίσης ιδιαίτερα σημαντικό για τη χώρα μας είναι βεβαίως ο τομέας των θεμάτων δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων, ένας τομέας ο οποίος όλοι γνωρίζουμε, αποκτά ταχύτατα χαρακτηριστικά ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τη χώρα μας, είναι ένας αναπτυσσόμενος τομέας του Κοινοτικού κεκτημένου και περιλαμβάνεται πλέον στις πολιτικές προτεραιότητες της εκάστοτε Προεδρίας.
Από πλευράς μας, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην παραπέρα βελτίωση της Κοινοτικής Συνεργασίας για τον πιο αποτελεσματικό έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με έμφαση στα θαλάσσια σύνορα που ενδιαφέρουν βέβαια ιδιαίτερα την Ελλάδα –θυμίζω εδώ και την άλλη πρωτοβουλία που έχουμε πάρει για τη δημιουργία σταδιακά μας ευρωπαϊκής ακτοφυλακής στη Μεσόγειο.
Η καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης ιδίως στην ευαίσθητη για τη χώρα μας περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς βεβαίως και τα θέματα θεωρήσεων με στόχο την προώθηση του τουρισμού μας, με παράλληλη βεβαίως διασφάλιση των απαιτούμενων προδιαγραφών στο πλαίσιο της Συνθήκης Σένγκεν είναι προτεραιότητες της πολιτικής μας.
Όπως γνωρίζετε, σημαντικές και συστηματικές προσπάθειες καταβάλλονται από το Υπουργείο μας στην κατεύθυνση της καλύτερης και ταχύτερης δυνατής εξυπηρέτησης εντός πάντα των ορίων της Συνθήκης Σένγκεν, των υπηκόων τρίτων χωρών που επιθυμούν να επισκεφθούν τη χώρα μας στο πλαίσιο της ενεργούς υποστήριξης από τη μεριά του Υπουργείου Εξωτερικών, των προσπαθειών της ελληνικής πολιτείας για ενίσχυση και προώθηση του τουρισμού, της βαριάς βιομηχανίας όπως συνηθίζουμε να την αποκαλούμε, της χώρας μας.
Είναι αλήθεια ότι η ποιότητα και η ταχύτητα των παρεχομένων, από τις Προξενικές μας Αρχές, υπηρεσιών στο σημείο αυτό εν προκειμένω βελτιώνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια χάρις στις προσπάθειες όλων των κλάδων του προσωπικού των Αρχών –και θέλω εδώ να τις επαινέσω- που εργάζονται συχνά και υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος.
Θέλω όμως ταυτόχρονα να σας ζητήσω να ξεπεράσουμε με ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια τις ελλείψεις, τα προβλήματα και τις αδυναμίες που ενίοτε υπάρχουν, έτσι ώστε να συμβάλλει το Υπουργείο μας θετικά στην αύξηση του τουριστικού ρεύματος στη χώρα μας, από το οποίο, ας μην το ξεχνάμε, εξαρτάται το εισόδημα και πολλές φορές η επιβίωση χιλιάδων οικογενειών.
Κυρίες και κύριοι Πρέσβέις, όπως τόνισα στην αρχή της εισήγησής μου, η μόνη βεβαιότητα στη διεθνή πολιτική είναι η ύπαρξη αβεβαιότητας. Σε μια τέτοια πραγματικότητα η Ελλάδα με πολλή δουλειά και επιμονή έχει καταφέρει να αποτελεί ένα ακόμη μέλος μιας δυστυχώς μικρής μειοψηφίας κρατών που απολαμβάνουν τη σταθερότητα και σε μεγάλο βαθμό προβλεψιμότητα που προσφέρει η ευρωπαϊκή οικογένεια. Δεν έχει κανείς παρά να δει τα όσα συμβαίνουν γύρω μας για να αντιληφθεί τη σημασία αυτού του επιτεύγματος.
Κεντρική στρατηγική μας επιλογή είναι η προάσπιση και συνεχής βελτίωση και διεύρυνση αυτού του περιβάλλοντος ασφάλειας, δημοκρατίας και ανάπτυξης. Όλα τα στελέχη του Υπουργείου Εξωτερικών καλούνται να αντιμετωπίσουν αυτή την πρόκληση με δημιουργικότητα, φαντασία και πάνω απ’ όλα με υψηλή αίσθηση του χρέους. Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι θα ανταποκριθούν. Σας ευχαριστώ.