Δευτέρα, 17 Μαΐου 2004

1. Κύριε Υφυπουργέ, μετά το «όχι» των Ελληνοκυπρίων στο δημοψήφισμα, εκτιμάτε ότι υπάρχουν περιθώρια για μία νέα διαπραγμάτευση στα σημεία εκείνα τα οποία δεν ικανοποιούν την Ελληνοκυπριακή πλευρά; 

Πιστεύω πως ωριμάζει πλέον η λογική πως το «όχι» του δημοψηφίσματος δεν αποτέλεσε όχι στην λύση του Κυπριακού, αλλά «όχι» στην συγκεκριμένη λύση.  Είμαι πεπεισμένος πως όλοι θέλουμε μία λύση και αυτό το «όλοι», σαφέστατα συμπεριλαμβάνει και τους Ελληνοκυπρίους. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να σταματάμε να σκεφτόμαστε τη λύση. Και λύση μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από διαπραγμάτευση. Θεωρούμε πως το Σχέδιο Ανάν αποτελεί τη βάση για μία λύση εναρμονισμένη με τις αρχές και το κεκτημένο της ΕΕ, δίκαιης και βιώσιμης, που να εγγυάται ασφάλεια σε όλους τους κατοίκους του νησιού, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.

2. Ένα από τα ζητήματα που έθεσε η Ελληνοκυπριακή πλευρά αφορούσε στην παροχή εγγυήσεων ότι η Τουρκία θα υποχρεωνόταν να εφαρμόσει τα συμφωνημένα. Η πτυχή αυτή δεν όφειλε να είχε αποτελέσει ιδιαίτερη μέριμνα του κ. Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ κατά την σύνταξη του σχεδίου του;


Δυστυχώς, το σχέδιο τόσο στα ζητήματα των εγγυήσεων όσο και της ασφάλειας ήταν πολύ μακριά από αυτό που θα μπορούσε να δεχτεί η ελληνοκυπριακή πλευρά. Κι αυτό, φάνηκε στα δημοψηφίσματα. Όμως σημασία έχει να κοιτάμε μπροστά. Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρέχει μία ομπρέλα ασφάλειας σε όλο το νησί. Πιστεύω πραγματικά πως και οι δυο κοινότητες θα θελήσουν τελικά να απολαύσουν τα αγαθά της συμμετοχής στην ΕΕ.

3. Πιστεύετε ότι ο Δεκέμβριος, με την Άγκυρα να ζητάει ημερομηνία έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων θα είναι περισσότερο πρόσφορος για μία νέα αξιολόγηση του σχεδίου Ανάν από την Ελληνοκυπριακή πλευρά;


Εμείς έχουμε στηρίξει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και θα συνεχίζουμε να την στηρίζουμε. Στο πλαίσιο αυτό, βλέπουμε τον Δεκέμβριο ως μία τεράστια ευκαιρία, όχι μόνο για εμάς, αλλά και για την Τουρκία. Μία ευρωπαϊκή λύση στην Κύπρο θα είναι μία ισχυρή ένδειξη για την έλευση μίας νέας κατάστασης που εν τέλει, θα είναι επωφελής για όλους. Είναι ευκαιρία να προχωρήσουμε με πιο γοργούς ρυθμούς και θα θέλαμε μέχρι τον Δεκέμβριο να έχουν γίνει αντιληπτά τα οφέλη μίας λύσης κι απ’ τις δύο κοινότητες.

4. Εκτιμάτε ότι το ταξίδι του Πρωθυπουργού κ. Κώστα Καραμανλή στην Ουάσιγκτον θα ανοίξει μία νέα σελίδα στις σχέσεις Ελλάδας και Αμερικής, διαλύοντας και το μύθο του ελληνικού αντιαμερικανισμού;


Είναι σίγουρα ένα σημαντικό ταξίδι. Γίνεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για τα εθνικά μας θέματα. Είναι φυσιολογικό να γίνει μία συζήτηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το Κυπριακό, αλλά και πώς βλέπει η νέα κυβέρνηση την κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή. Γιατί η Ελλάδα, κύριε Μαλασπίνα, έχει να προσφέρει πολλά σ’ αυτή τη νέα εποχή για την ασφάλεια, την σταθερότητα και την πρόοδο όλων των λαών στη γειτονιά της. Μπορούμε ν’ αλλάξουμε όλοι μαζί τη γειτονιά μας κι από γειτονιά συγκρούσεων, να την κάνουμε γειτονιά προόδου και συνεργασίας. Πιστεύω επίσης πως η επίσκεψη του Πρωθυπουργού θα δημιουργήσει κι ένα βαθύτερο αίσθημα ασφάλειας στην Αμερική ενόψει και των Ολυμπιακών Αγώνων και θα γίνει κατανοητή η ετοιμότητα της χώρας μας αλλά και η άριστη συνεργασία που έχουν οι δυο κυβερνήσεις σε πολλούς τομείς.

5. Πώς βλέπετε τον παράγοντα ομογένεια στις σχέσεις Ελλάδας – Αμερικής;


Η ελληνική ομογένεια στις ΗΠΑ δεν σταματά να βρίσκει ολοένα καινούργιους τρόπους για να μας κάνει περήφανους. Κι αυτό είναι φυσιολογικό, γιατί τα πράγματα ν’ αλλάζουν, αλλά ο δυναμισμός της παραμένει αναλλοίωτος. Σήμερα, βρίσκεις Έλληνες ομογενείς με ιδιαίτερη επιρροή λόγω των επιτευγμάτων τους και σε όλους τους τομείς της δημόσιας κι επιχειρηματικής ζωής στην Αμερική. Και υπάρχουν και πολλοί νέοι, ιδιαιτέρως επιτυχημένοι ομογενείς μας που εμβαθύνουν ακόμη περισσότερο, αλλά και διασφαλίζουν στον χρόνο, τις ήδη εξαιρετικές διμερείς σχέσεις των δύο χωρών.

6. Πώς κρίνετε την στάση της Ομογένειας στα εθνικά μας θέματα;


Εξαιρετικά θετική. Η Ομογένειά μας είναι δυναμική κι ενημερωμένη για τα εθνικά μας θέματα και πρέπει να πούμε ως Ελλαδίτες, ένα μεγάλο ευχαριστώ. Η συνεισφορά της Ομογένειας ήταν πάντα ανεκτίμητη, αλλά ειδικά τώρα, ενόψει και των εξελίξεων, η Ομογένεια έχει ιδιαίτερο και ειδικό λόγο.