———————————————————————————————-

Ομιλία του Υφυπουργού Εξωτερικών κ. Γιάννη Βαληνάκη "60 Χρόνια από την ίδρυση του ΟΗΕ, αποτίμηση των εργασιών της Συνόδου Κορυφής"- Διημερίδα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (24-25/10, 2005)

Χαίρομαι που βρίσκομαι ξανά ανάμεσα σε συναδέλφους.

Θα ήθελα πρώτα-πρώτα να συγχαρώ το Τμήμα και τους συνδιοργανωτές της διημερίδας. Η ακαδημαϊκή αποτίμηση της σχετικά πρόσφατης Συνόδου Κορυφής του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αποτελεί μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να ανασκοπήσουμε τον ρόλο και την πορεία του Οργανισμού και να οδηγηθούμε σ’ ορισμένα συμπεράσματα αναφορικά με το μέλλον του.

Πολύ περισσότερο που σήμερα εορτάζεται στην χώρα μας η "Ημέρα των Ηνωμένων Εθνών" και συμπληρώνονται 60 χρόνια από την Ίδρυση του Ο.Η.Ε το 1945.

Η χώρα μας, εκ των ιδρυτικών μελών του ΟΗΕ, όπως γνωρίζετε, είναι βαθιά προσηλωμένη στα Ηνωμένα Έθνη. Είναι προσηλωμένη στη διεθνή πολυμέρεια, τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης κι ασφάλειας, τον σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, στα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Είμαστε αφοσιωμένοι στη διεθνή νομιμότητα και στα εργαλεία που μας παρέχει το διεθνές δίκαιο. Ως τέτοια χώρα, η Ελλάδα ταυτίζεται με την αποστολή των Ηνωμένων Εθνών.

Κύριε Υπουργέ
Κύριε Αντι-πρύτανη,
Κύριε Αν. Γενικέ Γραμματέα του ΟΗΕ
Κύριε Πρόεδρε του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης,
αγαπητοί συνάδελφοι,
Κύριοι Πρόεδροι και εκπρόσωποι φορέων
Κυρίες και Κύριοι,

Χαίρομαι που βρίσκομαι ξανά ανάμεσα σε συναδέλφους.

Θα ήθελα πρώτα-πρώτα να συγχαρώ το Τμήμα και τους συνδιοργανωτές της διημερίδας. Η ακαδημαϊκή αποτίμηση της σχετικά πρόσφατης Συνόδου Κορυφής του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αποτελεί μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να ανασκοπήσουμε τον ρόλο και την πορεία του Οργανισμού και να οδηγηθούμε σ’ ορισμένα συμπεράσματα αναφορικά με το μέλλον του.

Πολύ περισσότερο που σήμερα εορτάζεται στην χώρα μας η "Ημέρα των Ηνωμένων Εθνών" και συμπληρώνονται 60 χρόνια από την Ίδρυση του Ο.Η.Ε το 1945.

Η χώρα μας, εκ των ιδρυτικών μελών του ΟΗΕ, όπως γνωρίζετε, είναι βαθιά προσηλωμένη στα Ηνωμένα Έθνη. Είναι προσηλωμένη στη διεθνή πολυμέρεια, τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης κι ασφάλειας, τον σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, στα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Είμαστε αφοσιωμένοι στη διεθνή νομιμότητα και στα εργαλεία που μας παρέχει το διεθνές δίκαιο. Ως τέτοια χώρα, η Ελλάδα ταυτίζεται με την αποστολή των Ηνωμένων Εθνών.

Οι πρόσθετες ευθύνες που αναλάβαμε με την εκλογή μας ως μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι και ευθύνες σημαντικότερης συνεισφοράς στην προσπάθεια που καταβάλλει εδώ και χρόνια ο Οργανισμός να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις.

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές υπαγορεύονται από τις νέες συνθήκες που επικρατούν στον κόσμο. Είναι μεταρρυθμίσεις που έχουν πραγματοποιηθεί και στους θεσμούς του Bretton Woods, σχεδόν απ’ την εποχή της ίδρυσης των οποίων, χρονολογείται και η δημιουργία του ΟΗΕ.

Σας θυμίζω την μεγάλη σχετική συζήτηση που οδήγησε σε συγκεκριμένα μεταρρυθμιστικά βήματα, στην περίοδο της ρωσικής οικονομικής κρίσης ή της κρίσης της Νοτιοανατολικής Ασίας, στη δεκαετία του ’90. Αυτή η συζήτηση οδήγησε τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όσο και την Παγκόσμια Τράπεζα, σε σημαντικές μεταβολές του τρόπου λειτουργίας τους. Είναι μεταρρυθμίσεις που έχουν πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιούνται και σε άλλους μεγάλους διεθνείς οργανισμούς, όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Είναι ώρα και ο μεγαλύτερος ίσως διεθνής οργανισμός, τα Ηνωμένα Έθνη, να βρουν το δικό τους μονοπάτι της αλλαγής, ώστε να εκλείψουν και τα τελευταία σημάδια του Ψυχρού Πολέμου.

Αξίζει να σας θυμίσω πως συνολικά, το θέμα των μεταρρυθμίσεων παραμένει στην Ημερήσια Διάταξη της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ απ’ το 1979. Κάτι που αναπόφευκτα, προκαλεί πιέσεις, εκ μέρους των ΜΜΕ και της κοινής γνώμης, ιδίως μάλιστα, στον βαθμό που εκφράζεται διεθνώς η ανάγκη για μια εξισορροπητική τάση στη μονομέρεια μεγάλων κρατών, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Τα τελευταία χρόνια όμως, το ζήτημα των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών του ΟΗΕ, με την συνδρομή και των προσπαθειών του Γενικού Γραμματέα έχει λάβει μία νέα δυναμική. Ο Οργανισμός πρέπει σίγουρα να αγκυροβολήσει στενότερα στο πνεύμα αυτής της νέας εποχής. Σ’ ένα βαθμό το έχει κάνει ήδη. Η εσωτερική αναδιοργάνωση του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, μέσω της συγχώνευσης τμημάτων και προγραμμάτων, η σημαντική -της τάξης του 50%- αύξηση στο προσωπικό του Τμήματος Ειρηνευτικών Επιχειρήσεων, τα μεγάλα βήματα που έχει κάνει ο Οργανισμός σε θέματα προσωπικού και μετακινήσεων, συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα και με μη κυβερνητικές οργανώσεις, αποτελούν βήματα εσωτερικής μεταρρύθμισης. Βήματα που έχουν ήδη γίνει και συνεχίζουν να γίνονται. Αυτά φέρνουν κοντύτερα τον Οργανισμό σε μια πιο επιχειρησιακή μορφή λειτουργίας. Αποδυναμώνουν την κατηγορία που εκφράζεται από ορισμένες πλευρές για τα Ηνωμένα Έθνη ως ένα γραφειοκρατικό και σπάταλο Γολιάθ, που δεν μπορεί να λειτουργήσει με τις ταχύτητες και την αποτελεσματικότητα που απαιτείται σήμερα από έναν οποιονδήποτε Οργανισμό διεθνούς εμβέλειας -και μάλιστα, τέτοιας σημασίας.

Κι ευχόμαστε όλοι, οι προσπάθειες του Γ.Γ. να στεφθούν τελικά από επιτυχία κι οι κατηγορίες αυτού του είδους να εκλείψουν ολοσχερώς.

Το ζήτημα εσωτερικής οργάνωσης δεν μπορεί όμως να προτάσσεται εσαεί του σημαντικότατου θέματος της μεταρρύθμισης του ίδιου του ρόλου και του τρόπου λειτουργίας του Οργανισμού. Για εμάς, οι μεταρρυθμίσεις στο Συμβούλιο Ασφαλείας, τη Γενική Συνέλευση και το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο αποτελούν ιστορική αναγκαιότητα κι ευθύνη.
Αυτά τα ζητήματα έχουν αποκτήσει μετά από πολλά χρόνια μία πιο ευδιάκριτα "πολιτική" χροιά. Το ιστορικό των συγκροτούμενων κατά περίπτωση ομάδων, φαντάζομαι πως είναι λίγο ή πολύ γνωστό.

Οι μεταρρυθμίσεις στη Γενική Συνέλευση και το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του Οργανισμού, εμφανίζονται να έχουν ως στόχο την αύξηση της αποδοτικότητας αυτών των οργάνων κι έτσι, λίγο ή πολύ, έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα προσέγγισης για μια συμφωνία ως προς τα επόμενα βήματα.
Σε σύγκριση με τις προηγούμενες διατάξεις για τη ΓΣ και το ΣΑ έχουν συμπεριληφθεί περισσότερες αναφορές για μια πραγματική ενίσχυση του ρόλου του ECOSOC (του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου), με ανάληψη νέων ουσιαστικών και συντονιστικών αρμοδιοτήτων. Περισσότερη προσπάθεια θεωρούμε πως πρέπει να καταβληθεί στο ζήτημα της μεταρρύθμισης της Γενικής Συνέλευσης. Η Έκθεση της Επιτροπής Υψηλού Επιπέδου για τις νέες απειλές κατά της ειρήνης και τις αλλαγές στο διεθνές σύστημα, (η οποία υποβλήθηκε πριν περίπου ένα χρόνο στον Γ.Γ.), προέβλεπε οργανωτικές μεταρρυθμίσεις όπως μικρότερες Επιτροπές, συντομότερη ημερήσια διάταξη, ενασχόληση με επίκαιρα θέματα που απασχολούν το μέσο πολίτη, συνεργασία με την Κοινωνία των Πολιτών και άλλα. 

Σήμερα, όλα τα κράτη υποστηρίζουν την ανάγκη ενίσχυσης και μεταρρύθμισής της, για να καταστεί πιο αποτελεσματική. Οι αναπτυσσόμενές χώρες θεωρούν ότι οι προτάσεις του ΓΓ είναι ανεπαρκείς.
Πιστεύουν ότι η Γεν. Συνέλευση πρέπει να παραμείνει κεντρικό όργανο του ΟΗΕ με νομοθετικές αρμοδιότητες, και ανησυχούν για τη σταδιακή αποδυνάμωση και υποκατάστασή της από το ΣΑ. Πρακτικές προτάσεις όμως, άμεσα εφαρμόσιμες, δεν διατυπώθηκαν, ούτε από τις αναπτυσσόμενες χώρες, ούτε από άλλο κράτος, για τον τρόπο που θα επιτευχθεί παρόμοια μεταρρύθμιση.

Τώρα – στο θέμα της διεύρυνσης του Σ. Α. , το οποίο αποτέλεσε κομβικό σημείο των συζητήσεων που διεξήχθησαν στην Διάσκεψη Κορυφής- η Ελλάδα αποτελεί υπέρμαχο μίας προσπάθειας γεφύρωσης των διαφορών, στον βαθμό που έτσι ισχυροποιείται ο διεθνής ρόλος του Οργανισμού.

Η χώρα μας υποστήριξε την διεύρυνση του Σ.Α. ώστε η νέα του σύνθεση να αντανακλά τις τρέχουσες παγκόσμιες ισορροπίες και να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό είμαστε υπέρ της διεύρυνσης του Οργάνου τόσο με μόνιμα όσο και με μη μόνιμα μέλη. Στηρίξαμε το Σχέδιο απόφασης της Ομάδος G4, δηλαδή  της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Ιαπωνίας και της Γερμανίας, που προβλέπει την διεύρυνσή του με 6 μόνιμα μέλη χωρίς δικαίωμα αρνησικυρίας, και με 4 μη μόνιμα μέλη.

Επί του ακανθώδους αυτού θέματος δεν υπήρξε συμφωνία στην Διάσκεψη Κορυφής μεταξύ των βασικών "παικτών" του διεθνούς συστήματος. Ωστόσο, η εξέλιξη της τελευταίας Συνόδου μας αναγκάζει να επικεντρωθούμε στο να μη χαθεί το momentum μιας μεταρρύθμισης που σίγουρα, μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα στον τρόπο λειτουργίας του Οργανισμού (και στο σύστημα διεθνών σχέσεων συνολικότερα), στόχους για τους οποίους η χώρα μας δεν θα παύσει να εργάζεται.

Γενικότερα τώρα στο θέμα των μεταρρυθμίσεων του Οργανισμού, η Ελλάδα, απ’ τη μεριά της, προσήλθε στην Σύνοδο με ξεκάθαρες, διαχρονικές θέσεις:

" Υποστηρίξαμε την Έκθεση του Γενικού Γραμματέα  αλλά και το Σχέδιο Καταληκτικού Κειμένου της Συνάντησης Κορυφής του Σεπτεμβρίου του 2005 που ετοίμασε ο Πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης ως ένα συνεκτικό σύνολο προτάσεων για την αντιμετώπιση της φτώχειας, των απειλών κατά της ασφάλειας και της σταθερότητας και των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
" Συμφωνήσαμε με τις προτάσεις για τα  αναπτυξιακά ζητήματα τα οποία αφορούν στο πρόβλημα της φτώχειας και άλλων κοινωνικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων. Υποστηρίξαμε τις προτεινόμενες στρατηγικές για την καταπολέμηση της φτώχειας, οι οποίες είναι αναγκαίες έτσι ώστε να επιτευχθούν οι Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας έως το 2015. 
" Συνηγορούμε επίσης υπέρ των αρχικών προτάσεων αναφορικά με θέματα ασφάλειας, όπως την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, τον έλεγχο παραγωγής Όπλων Μαζικής Καταστροφής, την ελάττωση των κινδύνων  έκρηξης πολέμων, τις ειρηνευτικές επιχειρήσεις και την οικοδόμηση της ειρήνης μετά από ένοπλες συγκρούσεις καθώς και το διεθνικό οργανωμένο έγκλημα. 
" Θεωρούμε την σύσταση μίας Επιτροπής Οικοδόμησης Ειρήνης, ως ένα αποτελεσματικό μέσο για την παροχή βοήθειας σε κράτη που πλήττονται από διαμάχες οι οποίες έχουν δραστικά επηρεάσει τις υποδομές τους. 

Η απόφαση για τη δημιουργία αυτής της Επιτροπής είναι ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός. Η ίδρυση της Επιτροπής αυτής περιλαμβανόταν ήδη στην Έκθεση της Ομάδας Προσωπικοτήτων που δημιούργησε ο Γ.Γ. και υποβλήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο.
" Όσον αφορά στις προτάσεις για την χρήση βίας και την αρχή της "ευθύνης για προστασία", πιστεύουμε πως κάθε απόφαση για εμπλοκή πρέπει να υιοθετείται σύμφωνα με το Κεφάλαιο VII του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και να εφαρμόζεται μετά από απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Για την Ελλάδα, τα αποτελέσματα της Συνόδου δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί στις αρχές γι’ αυτά τα θέματα. Υπάρχει επίσης και μία απογοήτευση, που τη μοιράζονται πολλά κράτη, στο να συμφωνηθεί μία κοινή γλώσσα για την τρομοκρατία, όσο και στις διατυπώσεις αναφορικά με τον αφοπλισμό, τη μη διασπορά των όπλων μαζικής καταστροφής, το περιβάλλον και την αναπαραγωγική υγεία.
" Συμφωνήσαμε απόλυτα με τις προτάσεις όσον αφορά στο Κράτος Δικαίου, στην προώθηση και προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της δημοκρατίας. Οι αναφορές στα ανθρώπινα δικαιώματα, το διεθνές δίκαιο, τη δημοκρατία, τους πρόσφυγες – αυτές κρίνονται στο τελικό κείμενο ως ιδιαιτέρως θετικές. Η Ελλάδα υποστηρίζει και στήριξε κατά τη διάρκεια της Συνόδου την ίδρυση, το ταχύτερο δυνατόν, ενός Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο οποίο όμως, αντιδρούν κυρίως οι αναπτυσσόμενες χώρες, θεωρώντας πως πολιτικοί λόγοι θα το στρέφουν εναντίον τους. Υπάρχουν κι ορισμένες φωνές στην ΕΕ, που θεωρούν τον πιθανό του ρόλο επικαλυπτικό της 3ης Επιτροπής της Γενικής Συνέλευσης. Εμείς δεν ανήκουμε σ’ αυτές τις φωνές. Κατά την εκτίμησή μας, μία εκτίμηση που υποστηρίχθηκε με σειρά βελτιωτικών προτάσεων, το νέο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων πρέπει όχι μόνο να διατηρήσει όλα τα κεκτημένα της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και ν’ αποκτήσει ευρύτερες αρμοδιότητες. Ο προσδιορισμός της δομής και της λειτουργίας του Συμβουλίου ανατέθηκε στην 60η Γενική Συνέλευση για περαιτέρω επεξεργασία κι ευχόμαστε να οδηγηθούμε σε θετικό αποτέλεσμα.
" Συμφωνήσαμε με την άποψη ότι είναι αναγκαία μια πιο στενή συνεργασία μεταξύ των Ηνωμένων Εθνών και  περιφερειακών οργανισμών, έτσι ώστε να είναι δυνατός ο συντονισμός  αποτελεσματικών δράσεων.       

Στην Ομάδα Εργασίας της ΕΕ για τα Ηνωμένα Έθνη παρουσιάστηκαν κι άλλες "αποτυχίες" ή "επιτυχίες" της Διάσκεψης Κορυφής, όπως τις έκρινε κάθε Κράτος Μέλος κι αποφασίστηκε η μεγαλύτερη μελλοντική επόπτευση της προόδου των μεταρρυθμίσεων. Η ΕΕ προτίμησε να μην χαμηλώσει τον πήχη των επιδιώξεών της για τη Διάσκεψη, όπως ενδεχομένως να έπραξαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, ή άλλες χώρες. Ως αποτέλεσμα, ακόμη κι οι επιτυχίες φάνηκαν μικρότερες κι οι αποτυχίες φάνηκαν μεγαλύτερες κι αυτό είχε έναν ορισμένο αντίκτυπο. Όμως πιστεύω πως υπάρχει πλέον μία μεγαλύτερη ζύμωση ανάμεσα στις επιδιώξεις και τ’ αποτελέσματα αυτής της  -ούτως ή άλλως – μακράς διαδικασίας.
Για να συνοψίσω ορισμένα απ’ όσα έχω πει, η Σύνοδος μπορούσε να πάει καλύτερα για τα θέματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, αλλά κι όσα επιτεύχθηκαν δεν ήταν λίγα.

Για παράδειγμα, η ανάγκη μίας παγκόσμιας συμμαχίας για την ανάπτυξη, η – έστω αποδυναμωμένη – αναφορά στους Αναπτυξιακούς Στόχους Χιλιετίας, όσο και η απλή, μη-δεσμευτική αναφορά σε 0,7% επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας, καθώς και η αναφορά στο Κυότο, θα μπορούσαν να μην υπάρχουν καθόλου, με δεδομένο το σημερινό, βαρύ διεθνές οικονομικό περιβάλλον και τα μεγάλα πολιτικά ζητήματα σύγκρουσης.
Έτσι, ο τομέας της ανάπτυξης εξελίχθηκε, όμως, δυσκολότερα από όλους, λόγω της έντονης άρνησης των ΗΠΑ, όχι μόνο να προχωρήσουν σε περαιτέρω αναπτυξιακή βοήθεια προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο, αλλά ακόμα και να τηρήσουν τα συμφωνηθέντα σε προηγούμενες Διασκέψεις. Τελικά, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, στην ομιλία του, στήριξε τους αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετίας, για τους οποίους η αμερικανική αντιπροσωπεία είχε καταβάλει μεγάλες προσπάθειες να μην περιληφθούν στο κείμενο Διακήρυξης.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι παράγραφοι που αναφέρονται στη μεταρρύθμιση των κυρίων οργάνων του ΟΗΕ δεν θα μπορούσαν να είναι σαρωτικές. Υπάρχουν όμως, και στην παρούσα φάση, μπορούν να κριθούν ως επαρκείς. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως αυτή είναι μία συζήτηση που έχει ξεπεράσει πλέον το ένα τέταρτο του αιώνα• υπάρχουν πολλά θέματα που παραμένουν στο τραπέζι• δύσκολα θέματα, που θα ορίσουν το πλαίσιο λειτουργίας των διεθνών σχέσεων για πολλά χρόνια ακόμη, καθώς δεν έχει νόημα ν’ αναθεωρούμε κάτι για να το αναθεωρήσουμε ξανά, μετά από λίγο. Εμείς, δεν παύουμε να πιστεύουμε πως το τέλειο είναι εχθρός του εφικτού. Το να περιμένει κανείς να έρθει αποτέλεσμα εύκολα, θα ήταν ανώριμο.

Όμως για πολλά απ’ αυτά τα ζητήματα, η Σύνοδος όφειλε να προχωρήσει γρηγορότερα, μπροστά.

Πιστεύω πως αυτό θα συμβεί. Ο Οργανισμός είναι "καταδικασμένος να είναι ελεύθερος", για να θυμηθώ τον Σαρτρ και η ελευθερία του αυτή, αποτελεί το μεγαλύτερο εχέγγυο για μια μεταρρύθμιση που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων των πλευρών. Είμαστε λοιπόν "καταδικασμένοι" να έρθουμε σε κάποια σύγκλιση. Για θέματα όπως την χρήση βίας, τον αφοπλισμό και την διασπορά των όπλων μαζικής καταστροφής, όσο και για σημαντικά θέματα που έχουν περάσει πλέον στην 60η Γ.Σ., όπως η διεύρυνση του ΣΑ, ελπίζουμε σύντομα, να βρει ο Οργανισμός την ηγετική θέση που του αρμόζει στο διεθνές σύστημα, στο νέο αυτόν αιώνα.

Θα ήθελα να κλείσω την σύντομη ομιλία μου, με μία  αναφορά στην ως τώρα συμμετοχή της χώρας μας στο Σ.Α. Η σχεδόν παμψηφεί εκλογή μας ως μη μόνιμου μέλους, στις 15 Νοεμβρίου του 2004, ενισχύει την διεθνή θέση της χώρας μας και μας δημιουργεί σημαντικές ευθύνες. Ένας μελλοντικός ιστορικός μπορεί να την δει κι ως την επιβράβευση μίας πορείας κατά την οποία η εξωτερική μας πολιτική ωρίμασε, ανδρώθηκε, βάθυνε κι έκανε μία στροφή απ’ το συναίσθημα στην απτή πραγματικότητα, μία άλλη στροφή απ’ την κομματικοποίηση στην ανάδειξη της συναίνεσης και μία τρίτη στροφή απ’ τον δημόσιο συνθηματολογικό λαϊκισμό, στην μεστή, και ουσιαστική διπλωματία.

Η θητεία μας στο Σ.Α. δεν μπορεί λοιπόν παρά να εκφράζει αυτές τις μεταβολές, συμβαδίζοντας πάντα με τις πάγιες αρχές της εξωτερικής μας πολιτικής δηλαδή τη συμβολή στη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, στον σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, στα ανθρώπινα δικαιώματα και την δημοκρατία, στην προώθηση της διεθνούς νομιμότητας και δικαιοσύνης, την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης και στην εξάλειψη της φτώχειας και της πείνας στον κόσμο.

Κατά το διάστημα της μέχρι τώρα θητείας μας, η Ελλάδα είχε την ευκαιρία να προεδρεύσει του Συμβουλίου, τον περασμένο Ιούλιο και να χειριστεί σημαντικά θέματα, για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, την κατάσταση στη Γεωργία, ζητήματα που άπτονται της τύχης αρκετών αφρικανικών χωρών, αλλά και να προωθήσει σημαντικές πρωτοβουλίες αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την διασύνδεσή τους με την διεθνή ασφάλεια – μία διασύνδεση που σε μεγάλο βαθμό επετεύχθη στο Καταληκτικό Κείμενο της Συνάντησης Κορυφής του μήνα που μάς πέρασε, μέσω της συμπερίληψης του κύριου ρόλου του ΣΑ εντός του κεφαλαίου VII του Χάρτη των ΗΕ, σε περιπτώσεις γενοκτονίας, εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.

Θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι κατά τη διάρκεια της Προεδρίας μας, πλην των τρεχόντων θεμάτων που διαχειριστήκαμε, παρουσιάσαμε, στο πλαίσιο ειδικής θεματικής συζήτησης, το ζήτημα των ανθρωπιστικών κρίσεων και της οφειλόμενης ανταπόκρισης του  Συμβουλίου Ασφαλείας απέναντι σε αυτές.

Στη συνεδρίαση αυτή προήδρευσε ο κ. Υπουργός Εξωτερικών (12.7.2005) και παρέστη ο ΓΓΗΕ κ. Annan. Η συζήτηση ήταν επιτυχής  και υιοθετήθηκε σχετική Προεδρική Δήλωση του ΣΑ.

Η Ελλάδα θα συνεχίσει να πρωταγωνιστεί.

Αξίζει να επισημανθεί  ότι η  Ελλάδα  το 2004 συνεισέφερε ποσό 15 εκατ. δολλ. ΗΠΑ στις ειρηνευτικές επιχειρήσεις του ΟΗΕ. Ενώ από το 2005 το ποσό αυτό αυξήθηκε σε 21 εκατ. δολλ. ΗΠΑ. Εξάλλου, από το 2003 έχει εγκαινιασθεί πρόγραμμα εκπαίδευσης στρατιωτικών στελεχών από αναπτυσσόμενες χώρες στο Κέντρο Εκπαίδευσης Ειρηνευτικών Επιχειρήσεων στο Κιλκίς.

Πέραν όλων των άλλων δεν ξεχνούμε πως πάνω από 1400 Ελληνίδες κι Έλληνες υπηρετούν σε κυανόκρανες ειρηνευτικές επιχειρήσεις.

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί συνάδελφοι,

60 χρόνια μετά την ίδρυσή του, ο ΟΗΕ καλείται να συνεχίσει τη σημαντικότατη αυτή αποστολή του, σε έναν κόσμο τελείως διαφορετικό από εκείνον που υπήρχε κατά την ίδρυσή του. Μαζί με πολλά παλιά προβλήματα, η διεθνής κοινότητα είναι αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις και νέες απειλές, όπως η διεθνής τρομοκρατία, η φτώχια, οι ανθρωπιστικές κρίσεις, η μάστιγα των ναρκωτικών, η διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής, αλλά και οι φυσικές καταστροφές, όπως οι τραγικές καταστροφές που είδαμε να συμβαίνουν μόνο μέσα στο 2005. Είναι επιβεβλημένο, επομένως, να προχωρήσει ο ΟΗΕ στις αναγκαίες εκείνες μεταρρυθμίσεις που θα τον καταστήσουν αποτελεσματικότερο. Η χώρα μας, σταθερός και ένθερμος υποστηρικτής του ΟΗΕ όλα αυτά τα χρόνια, έχει την ευκαιρία, αλλά και τη βούληση, να συμβάλλει σε αυτήν την προσπάθεια και με την ιδιότητα του μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εργαζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις, συνεργαζόμαστε και αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες, για έναν ΟΗΕ δημοκρατικότερο και αποτελεσματικότερο στο σύγχρονο κόσμο.