1) Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής ότι, σε περίπτωση που υπήρχε συμφωνία για τις δημοσιονομικές προοπτικές, η Ελλάδα είχε εξασφαλίσει κοινοτικά κονδύλια που θα υπερέβαιναν τα 20 δις. ευρώ. Τι σημαίνει αυτό για το επόμενο στάδιο των διαπραγματεύσεων και μάλιστα υπό τη βρετανική προεδρία, που προβλέπεται αρκούντως εχθρική προς τις ασθενέστερες χώρες;
Πράγματι, ο πρωθυπουργός αποκάλυψε μετά το τέλος των διαβουλεύσεων ότι η ελληνική κυβέρνηση υπερέβη ακόμη και τις προσδοκίες της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Την ίδια στιγμή που ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ ασκούσε κριτική προς την κυβέρνηση και η κ. Διαμαντοπούλου τόνιζε ότι θεωρεί ικανοποιητικό το ποσό περί τα 18 δις., η ελληνική κυβέρνηση διασφάλιζε κατά τρόπο υποδειγματικό τα συμφέροντα των Ελλήνων πολιτών. Είναι όμως προφανές ότι, από την στιγμή που η διαπραγμάτευση δεν έχει ολοκληρωθεί και θα ξεκινήσει και πάλι σχεδόν από μηδενική βάση, τίποτα δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο, αλλά και τίποτα δεν θα πρέπει να θεωρείται χαμένο.
2) Τι προκάλεσε αυτό το απίστευτο χάσμα μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε.; Είναι πλέον τόσο αγεφύρωτες οι διαφορές μεταξύ των ισχυρών και των υπόλοιπων κρατών;
Υπήρξαν τελικά πέντε χώρες που, για διαφορετικούς λόγους, απέρριψαν την τελευταία συμβιβαστική πρόταση της λουξεμβουριανής προεδρίας. Η χώρα μας είχε μια ακλόνητη και σταθερή θέση όλο αυτό το διάστημα: πως οι ευρωπαϊκές κατακτήσεις, όπως η πολιτική συνοχής, δεν πρέπει να τεθούν σε κίνδυνο, ώστε να μην φτάσουμε στο σημείο οι φτωχοί να πληρώσουν τους φτωχότερους. Βέβαια, η άκαμπτη στάση που από πολύ νωρίς εξέφρασαν οι πλούσιες χώρες, σε συνδυασμό με την αύξηση των λεγόμενων χωρών συνοχής, από 4 που ήμασταν προ της διεύρυνσης σε 13, δυσκόλευαν εξαιρετικά τις ισορροπίες. Οι φωνές για ενίσχυση αποκλειστικά των νέων κρατών ήταν αρκετά ισχυρές.
3) Το ΠΑΣΟΚ κατηγορεί την ελληνική κυβέρνηση ότι διαδραμάτισε ρόλο θεατή. Η κυβέρνηση αντέδρασε έντονα στην κατηγορία αυτή. Τι έκανε όμως για να διασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα;
Κύρια επιδίωξή μας ήταν όχι μόνο να μην απομονωθεί η Ελλάδα, αλλά να έχει ουσιαστικό ρόλο στις πολύμηνες διαπραγματεύσεις. Διαπραγματευτήκαμε από την αρχή σκληρά και μεθοδικά. Πρώτος βήμα ήταν να συντονίσουμε τις προσπάθειές μας με τις υπόλοιπες χώρες που βρίσκονταν στην ίδια μοίρα. Τον περασμένο Σεπτέμβριο στη συνάντησή μου με τον Πορτογάλο ομόλογό μου θέσαμε το κοινό πλαίσιο δράσης, στο οποίο μετά από λίγο προστέθηκε και η Ισπανία. Έχοντας δημιουργήσει ένα πρώτο μέτωπο των "3", κινηθήκαμε τάχιστα να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και με τα νέα κράτη-μέλη. Οι "3" έγιναν "13" και τελικά 17 χώρες που ένωσαν τις φωνές τους υπέρ της αύξησης των κονδυλίων για την συνοχή. Πήγαμε καλά εξοπλισμένοι στις Βρυξέλλες, και παρά την πεισματική στάση των καθαρών συνεισφορέων, ήμασταν, μετά από έντονες διαπραγματεύσεις, σε θέση να εξασφαλίσουμε σε περίπτωση συμφωνίας πολύ ικανοποιητικό αποτέλεσμα για τη χώρα μας. Τα περίπου 20 δις ευρώ που είχαμε "κλειδώσει" στο συνολικό πακέτο για το Δ΄ ΚΠΣ ήταν μια μεγάλη επιτυχία. Δυστυχώς όμως η συμφωνία τελικά δεν ήλθε, περιπλέκοντας τα πράγματα για όλη την Ε.Ε.
4) Τι προβλέπετε να γίνει από εδώ και πέρα; Σας τρομάζει ο τρόπος που γίνονται πλέον οι διαπραγματεύσεις στις Συνόδους Κορυφής;
Υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα με την έλλειψη αλληλεγγύης που ορισμένα κράτη-μέλη επιδεικνύουν. Ελπίζω όμως πως οι προσπάθειες για την εξεύρεση λύσης στο θέμα του προϋπολογισμού θα ξαναρχίσουν το συντομότερο δυνατόν. Και τούτο διότι, πέρα από τις επιδιώξεις μας, είναι ένα ζωτικό θέμα για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εμείς θα συνεχίσουμε τη μάχη, σε ένα περιβάλλον που προοιωνίζεται ακόμη πιο δύσκολο από αυτό εντός του οποίου διαπραγματευτήκαμε τις τελευταίες μέρες. Η αποτυχία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δημιούργησε νέα δεδομένα, που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε.
5) Ο προεδρεύων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Γιούνκερ μίλησε για μια βαθιά κρίση της Ε.Ε. ή μήπως είναι κάτι σοβαρότερο;
Ανεξάρτητα του πως θα την ονομάσουμε, πρόκειται αναμφισβήτητα για μία εξαιρετικά δύσκολη φάση. Τόσο οι εξελίξεις στο θέμα του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, όσο και η αδυναμία εξεύρεσης συμφωνίας για τις δημοσιονομικές προοπτικές διαμορφώνουν ένα πολύπλοκο και δυσάρεστο σκηνικό. Η Ευρώπη φαίνεται να εισέρχεται σε μία περίοδο εσωστρέφειας και προβληματισμού. Είναι γεγονός ότι η Ε.Ε. έχει περάσει και στο παρελθόν από δύσκολες φάσεις. Είναι επίσης δεδομένο ότι μια Ένωση 25 κρατών-μελών είναι ένας πολύ πιο περίπλοκος και σύνθετος οργανισμός. Συνδυαζόμενο και με τις εσωτερικές εξελίξεις σε κάποια κράτη (εκλογές κλπ), μιλάμε για ένα πολύ ρευστό περιβάλλον.
6) Μετά τα δημοψηφίσματα και το ναυάγιο των Βρυξελλών, πολλοί εκφράζουν πλέον προβληματισμό για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Πιστεύετε ότι η Τουρκία μπορεί να ξεκινήσει κανονικά ενταξιακές διαπραγματεύσεις στις 3 Οκτωβρίου, όταν μάλιστα θα έχουν προηγηθεί οι εκλογές στη Γερμανία;
Για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας και γενικώς για τη διεύρυνση έγινε ελάχιστη συζήτηση στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής. Όπως όμως σημείωσε και ο πρωθυπουργός, οι αποφάσεις της 17ης Δςκεμβρίου παραμένουν απολύτως σε ισχύ και, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον, το ορόσημο της 3ης Οκτωβρίου παραμένει ισχυρό. Από την άλλη, είναι αλήθεια ότι οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών έχουν προκαλέσει σε πολλούς εταίρους μας ένα προβληματισμό σχετικά με τα επόμενα βήματα της διεύρυνσης, δεδομένου ότι και η κοινή γνώμη ορισμένων χωρών εκφράζει έναν έντονο σκεπτικισμό. Οι προσπάθειες των υποψηφίων προς ένταξη χωρών πρέπει να είναι τώρα ακόμη πιο ειλικρινείς, ακόμη πιο ξεκάθαρες. Και πιστεύω πως θα ήταν μεγάλο λάθος να μεταφραστούν οι εξελίξεις, ως μήνυμα για εκπτώσεις στην υιοθέτηση των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών.
Σε κάθε περίπτωση, και ειδικά για την Τουρκία, οι διαπραγματεύσεις εξ αρχής αναμενόταν να είναι μακροχρόνιες. Είναι, λοιπόν, παρακινδυνευμένο να προβεί κανείς με βάση το πολιτικό κλίμα που διαμορφώνεται σήμερα σε εκτιμήσεις για την τελική έκβαση μιας διαδικασίας, που θα διαρκέσει πάνω από δέκα χρόνια. Δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ότι η πορεία αυτή θα είναι απρόσκοπτη, κάτι που εξαρτάται άλλωστε σε μεγάλο βαθμό από την ίδια την Τουρκία. Σκεπτόμαστε και εξετάζουμε όλες τις παραμέτρους. Πάντως, με τα νέα δεδομένα η Άγκυρα χρειάζεται περισσότερο από ποτέ να καλλιεργεί φιλίες και όχι εντάσεις.