Τρίτη, 18 Μαΐου 2004

1) Κύριε Βαληνάκη το ενδεχόμενο νέου δημοψηφίσματος λένε πολλοί, απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο πια. Πώς  πιστεύετε ότι θα φτάσει το θέμα σε κάποια λύση, από την στιγμή που οι ελληνοκύπριοι αρνήθηκαν το σχέδιο Ανάν;

Το ενδεχόμενο της λύσης δεν έχει έρθει κοντύτερα μετά το δημοψήφισμα, αλλά ούτε και έχει απομακρυνθεί. Μπορεί  ενδεχομένως σήμερα να υπάρχει σε ορισμένους κύκλους ένα κλίμα παραίτησης και απογοήτευσης. Αυτό είναι κάτι φυσιολογικό. Όμως, όπως έχω πει κι αλλού, η απογοήτευση δεν οδηγεί πουθενά. Σημασία έχει να μην σταματάμε  να επιδιώκουμε μια λύση. Ο χρόνος και ο τρόπος θα βρεθούν τελικά γιατί και οι δύο κοινότητες χρειάζονται τη λύση, τώρα μάλιστα που η Κύπρος είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπάρχει μια νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα στο νησί, μια πραγματικότητα που έχει όντως ανοίξει νέους ορίζοντες για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού. Δεν πρέπει να σταματάμε ποτέ να κοιτάμε προς το μέλλον. Η Κύπρος δεν έχει άλλα τριάντα χρόνια στη διάθεσή της.

2) Ο κ.Φερχόϊγκεν έκανε λόγο για εξαπάτηση από τους Κυπρίους. Γιατί πιστεύετε ότι μίλησε τόσο σκληρά;

Η διεθνής κοινότητα περίμενε την επίτευξη μιας λύσης μέσω των δημοψηφισμάτων τον περασμένο Απρίλιο. Είναι φυσιολογικό να υπήρξαν παραινέσεις αλλά και στιγμές ασυνεννοησίας και πικρίας. Η πικρία του ενός ή των δύο όμως υποσκελίζεται απ’ την επιλογή ενός λαού. Κι αυτό ισχύει για όλους μας.

Σημασία έχει πως τώρα, όλοι κοιτάμε μπροστά. Και πως πρέπει να προχωρήσουμε μαζί σε μια  συμφωνία, στη βάση του Σχεδίου Ανάν, για έναν ευρωπαϊκό ’’γάμο’’ στην Κύπρο. ‘’Κουμπάρος’’ πρέπει να είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και πάλι, δεν πρέπει να ξεχνούμε πως η τελική κρίση θα πρέπει ν’ ανήκει στον κυπριακό λαό.

3) Η κυβέρνηση αλλά και η κυπριακή ηγεσία μιλάνε για λύση με βάση το σχέδιο Ανάν. Για να συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να συναινέσουν και οι τουρκοκύπριοι, οι οποίοι όμως ήδη αποδέχθηκαν το τελευταίο σχέδιο στο δημοψήφισμα. Πως θα ξεπεραστεί αυτό το πρόβλημα;

Προς το παρόν, είναι σημαντικό να κατασταλάξουμε όλοι στο ότι ο δρόμος της λύσης πρέπει να μείνει ανοιχτός. Η λογική «μια κι έξω» δεν μπορεί να επικρατεί στις διεθνείς σχέσεις. Όποτε έχει επικρατήσει μάλιστα, έχουν δημιουργηθεί σοβαρές παρενέργειες. Τα σοβαρά προβλήματα θέλουν και σοβαρά βήματα για την λύση τους. Είναι λοιπόν προτεραιότητά μας να δούμε πώς θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για τη δημιουργία ενός κλίματος ελπίδας. Η Κύπρος είναι πλέον μέλος της ΕΕ και η τουρκοκυπριακή κοινότητα  θα αναλογιστεί εκ των πραγμάτων για το πώς βλέπει το μέλλον της βάσει αυτής της πραγματικότητας.

4) Κατά την άποψή σας, τι προοπτικές διανοίγονται τώρα για την επίλυση του Κυπριακού, με την Κύπρο εντός της ΕΕ;

Η Κύπρος έχει πλέον θέση, λόγο και φωνή στην Ευρώπη. Έχει επίσης μια ισχυρή οικονομία και την θέληση να δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον για όλους. Ήδη – στο θέμα των Τουρκοκυπρίων – έχει δείξει δείγματα συμπεριφοράς ενός εμπνευσμένου Ευρωπαίου συνεργάτη κι όχι ενός πεισματάρικου κακού παιδιού. Αυτό αρχίζει να εκτιμάται. Και πιστεύω πως αρκετά σύντομα, θα γίνει κατανοητό σε όλους πως  έχουμε όλοι μπροστά μας ένα κοινό ευρωπαϊκό πεπρωμένο, στο οποίο και οι δυο κοινότητες μπορούν να ευημερήσουν, μέσα στο πλαίσιο της ΕΕ. Αν κοιτάξουμε ξεκάθαρα, θα δούμε πως έχουμε ορισμένα δεδομένα στα χέρια μας. Έχουμε το σχέδιο Ανάν. Έχουμε την ένταξη στην ΕΕ. Το θεωρώ λοιπόν φυσιολογικό να κινηθούμε εκ νέου στη βάση αυτών των δυο κεκτημένων, προς όφελος και των δυο κοινοτήτων.

5) Οι τουρκοκύπριοι ήδη έχουν αποκτήσει ακροατήριο στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Ζητούνε θέσεις στα κυπριακά ευρωψηφοδέλτια, ενώ αρνούνται να εκπροσωπούνται μόνο από τους ελληνοκύπριους στην ΕΕ. Δικαιούνται κατά την άποψή σας θέσεις στα ευρωψηφοδέλτια;

Το πλαίσιο που υπάρχει μετά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ είναι σαφές αυτό δεν αλλάζει. Αυτό που μπορεί και πρέπει ν’ αλλάξει είναι να δούμε το πλαίσιο αυτό όχι ως ανάχωμα, αλλά ως ευκαιρία για όλους. Να μην σταματάμε να σκεφτόμαστε δηλαδή μια λύση εναρμονισμένη με τις αρχές και το κεκτημένο της ΕΕ. Μόνο μια ευρωπαϊκή λύση θα εγγυηθεί αγαστή συμβίωση και πραγματική  εκπροσώπηση σε όλους τους Κυπρίους.

6) Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν μπει σε μια νέα εποχή. Η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, αλλά δέχεται κατηγορίες γιατί δεν έχει πάρει κάποιο απτό αντάλλαγμα. Τι απαντάτε σε αυτό;

Η στήριξη της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας δεν είναι μόνο θέμα ανταλλαγμάτων, αλλά ζήτημα στρατηγικής. Θέλουμε έναν Ευρωπαίο γείτονα στ’ ανατολικά μας σύνορα και η Τουρκία θα μας βρει δίπλα της στις προσπάθειές της να προσεγγίσει το πολιτικό, οικονομικό και συνταγματικό κεκτημένο της ΕΕ.

Θέλω όμως να μείνω λίγο στο πρώτο σκέλος της ερώτησής σας. Μιλάμε πράγματι για μια νέα εποχή. Μεγάλη πρόκληση της κυβέρνησής μας είναι να κάνουμε αυτή τη νέα εποχή μια απτή πραγματικότητα για όλους. Δεν υπάρχει τόση μεγάλη καχυποψία όσο στο παρελθόν. Σε οικονομικό επίπεδο, υπάρχει σημαντική κινητικότητα: αύξηση του διμερούς εμπορίου, των ελληνικών επενδύσεων στην Τουρκία, της τουριστικής κίνησης. Μπορούμε -και πρέπει- να διευρύνουμε τη συνεργασία μας και στους άλλους τομείς. Θα ήταν δυσκολότερο, να υπάρξει αυτή η πρόοδος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αν δεν υπήρχε η δέσμευση εκ μέρους και των δυο νέων κυβερνήσεων, να προχωρήσουμε μπροστά.

7) Αναφορικά με την Σχολή της Χάλκης αυτό δεν αποτελεί ελληνοτουρκική διαφορά αλλά ευρωτουρκική. Εάν και εφόσον ανοίξει τελικά, πιστεύετε ότι θα έχουμε πάρει τουλάχιστον όσα έχουμε δώσει;

Δεν είναι όντως μόνο θέμα ελληνοτουρκικών σχέσεων. Επηρεάζει όμως σαφέστατα το κλίμα στις διμερείς μας σχέσεις. Η αφοσίωση που επιδιώκει να επιδείξει η κυβέρνηση Ερντογάν στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας αποτελεί θετική ένδειξη για την εξέλιξη του θέματος. Όμως δεν μπορούμε να προχωράμε μπροστά αν δεν γίνονται βήματα.

8) Ο απολογισμός της επισκέψεως Ερντογάν στην Αθήνα κρίθηκε θετικός από την κυβέρνηση. Τι περιμένετε τώρα από την Τουρκία;

Όντως, ήταν ιδιαίτερα θετικός. Όμως, σε αντίθεση με το παρελθόν, δεν θα δείτε αυτή την κυβέρνηση να θριαμβολογεί. Ξέρουμε πως υπάρχει ακόμη μπροστά μας ένας δρόμος να διανυθεί, προκειμένου να φτάσουμε στην εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων – που είναι κι ο σκοπός μας. Υπάρχει ένας ανοιχτός δίαυλος με την Τουρκία και ελπίζουμε να φτάσουμε σε λύσεις.

9) Το casus belli ισχύει ακόμη από την πλευρά της Τουρκίας. Σας προβληματίζει αυτό;

Η αναφορά σε πολέμους και συγκρούσεις πρέπει να ανήκει οριστικά στο παρελθόν, στα βιβλία της ιστορίας. Οι αρχές μας  για την ειρηνική επίλυση των προβλημάτων είναι απαράβατες. Προχωρούμε στην επίλυση των προβλημάτων βάσει του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών και συνυπάρχουμε με σχέσεις που πρέπει να γίνουν ευρωπαϊκής καλής γειτονίας. Όλα τ’ άλλα ανήκουν σ’ έναν άλλο κόσμο, εκπληρώνουν άλλους στόχους και τελικά, δεν οδηγούν την Τουρκία πουθενά. Νομίζω ότι η νέα τουρκική κυβέρνηση το έχει καταλάβει καλά και κοιτάει μπροστά.

10) Το επιτελείο του υπουργείου Εξωτερικών τα πήγε κατά κοινή ομολογία πολύ καλή στα θέματα που χειρίστηκε. Τι κληρονομήσατε ως «βαρίδια» από την προηγούμενη κυβέρνηση στην εξωτερική πολιτική;

Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια, αλλά εμείς βλέπουμε ακόμη ένα μακρύ δρόμο να διανυθεί και μεγάλο έργο μπροστά μας. Η  προηγούμενη κυβέρνηση μας κληροδότησε δυστυχώς πολλές εκκρεμότητες και ασάφειες. Η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ ν’ αντιμετωπίσει συνολικά τα ζητήματα, έγινε αντιληπτή απ’ το εκλογικό κοινό τον περασμένο Μάρτιο και η αδυναμία του να αρθρώσει έστω κι έναν ελάχιστα πειστικό λόγο, θα φανεί εκλογικά και τον επόμενο Ιούνιο.

Από εκεί κι έπειτα, εμείς έχουμε μια συγκεκριμένη στρατηγική.  Θέλουμε να προχωρήσουμε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και να αρχίσουμε να βλέπουμε την Ελλάδα μπροστά, με σοβαρές, αξιόπιστες και μακρόπνοες πρωτοβουλίες. Θέλουμε να προχωρήσουμε στην επίλυση του Κυπριακού διατηρώντας το εθνικό μέτωπο αρραγές. Θέλουμε επίσης να είναι η χώρα μας στην καρδιά της Ευρώπης και να φτάσουμε γρήγορα σε μια ικανοποιητική συνταγματική Συνθήκη.

11) Η αποσύνδεση του Κυπριακού από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελεί μια μείζονα επιλογή από την κυβέρνηση. Γιατί και με ποιο σκεπτικό προχωρήσατε σε αυτή την επιλογή η οποία συνιστά ριζική αλλαγή στρατηγικής;

Ούτε αποσυνδέουμε τα δύο θέματα, αλλά ούτε και θα μπορούσαμε  να το κάνουμε. Ίσα-ίσα,  έχουμε μια συνολική στρατηγική. Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και η εξομάλυνση των σχέσεων τόσο της Κύπρου, όσο και της Ελλάδας με την Τουρκία, αποτελούν ένα σημαντικότατο στοιχείο στην πρόθεσή μας, όλοι μαζί, ν’ αλλάξουμε τη γειτονιά μας, την Ανατολική Μεσόγειο. Να την μετατρέψουμε δηλαδή, στον σημερινό αβέβαιο κόσμο, από μια γειτονιά συγκρούσεων και οπισθοδρόμησης, σε μια γειτονιά ειρήνης, συνεργασίας, συνύπαρξης κι ανάπτυξης. Και γι’ αυτό, η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας πρέπει να στηριχθεί.

Χρειάζεται όμως συνεχή δουλειά. Δεν είναι εύκολος στόχος. Υπάρχουν σοβαρά προβλήματα. Και χρειάζεται να γίνει κατανοητό απ’ όλους πως η επίλυση του Κυπριακού αποτελεί ένα βασικότατο στοιχείο αυτής της λογικής. Δεν το αποσυνδέουμε λοιπόν, όπως λέγεται, ούτε το βάζουμε στο ράφι. Απεναντίας, προτάσσουμε μια ευρωπαϊκή λύση για την Κύπρο και υπερασπιζόμαστε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, γιατί πιστεύουμε στη δύναμη της Ευρώπης.

12) Στη Χάγη, υπό ποιες προϋποθέσεις πρέπει να πάμε;

Η Ελλάδα παραμένει σταθερή στις προσπάθειές της να επιλυθεί το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και με βάση το Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συνθήκες. Με αυτές τις αρχές πορευόμαστε και συνεχίζουμε τις διερευνητικές συνομιλίες που είχε ξεκινήσει η προηγούμενη κυβέρνηση.

13) Πολλοί εκτιμούν ότι μετά τον Δεκέμβριο η στάση της Τουρκίας δεν θα παραμείνει ίδια. Ήτοι εάν δεν πάρει ημερομηνία για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις θα γίνει η «γνωστή Τουρκία» απέναντι στην Ελλάδα, ενώ εάν πάρει, τότε δεν θα υπάρχει πλέον μοχλός πίεσης απέναντί της. Τι απαντάτε σε αυτό;

Ο Δεκέμβριος είναι ένα ορόσημο για την Τουρκία, χωρίς όμως και να είναι και το τέλος του κόσμου. Αν η Τουρκία αποφασίσει να μείνει η «γνωστή Τουρκία», όπως λέτε, τότε ασφαλώς το ευρωπαϊκό της μέλλον απομακρύνεται. Αυτό θα ήταν μία δυσάρεστη εξέλιξη για όλους, αλλά ιδιαίτερα για την Τουρκία. Όμως, η Ευρώπη δεν είναι ένας απλός μοχλός πίεσης, είναι ένα ολόκληρο πεπρωμένο. Σήμερα, πιστεύω πως η κυβέρνηση Ερντογάν κάνει πραγματικά θαρραλέα και σημαντικά βήματα και οι επιλογές αυτές γίνονται κατανοητές σ’ ένα ευρύτερο κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας. Τα πράγματα αρχίζουν ν’ αλλάζουν. Όμως μένουν πολλά να γίνουν και ακόμη και στην περίπτωση που η Τουρκία λάβει μία ημερομηνία τον Δεκέμβριο, θα ήταν λάθος για την Τουρκία να πει, «εντάξει, τελειώσαμε». Η Ευρώπη αποδεικνύεται κάθε μέρα.