Τετάρτη, 19 Μαΐου, 2005

1.Κύριε υπουργέ ξεκινώντας από το θέμα του Ευρωσυντάγματος που σας φέρνει σήμερα στην Λάρισα, θα ήθελα να σας ρωτήσω ποια είναι η εκτίμηση σας για την έκβαση του δημοψηφίσματος στην Γαλλία στο οποίο διεθνώς αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία και ποιες  εκτιμάται ότι θα είναι οι επιπτώσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο  σε περίπτωση που οι Γάλλοι πουν «όχι»;

Kυρία Αποστολοπούλου, την επόμενη Κυριακή τα μάτια όλης της Ευρώπης θα είναι στραμμένα στη Γαλλία. Η Γαλλία εκτός από κινητήρια δύναμη της πορείας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, είναι μία χώρα στην οποία υπήρχε πάντοτε ένας έντονος διάλογος περί τα ευρωπαϊκά, που συνδέεται άρρηκτα με τη θέση της χώρας αυτής στο διεθνές σύστημα. Προσωπικά θέλω να πιστεύω, ότι ο γαλλικός λαός θα ψηφίσει υπέρ του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Σε περίπτωση, πάντως, που υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα, θα ακολουθήσει εκ των πραγμάτων μία πολύ σοβαρή συζήτηση σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι. Διότι η εναλλακτική λύση θα είναι η επιστροφή στη Συνθήκη της Νίκαιας, που γενικά θεωρείται χειρότερη από το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Κανείς δε θέλει μία άγνωστης διάρκειας περίοδο εσωστρέφειας και ενδοσκόπησης. Από την άλλη, δεν πρέπει και να δραματοποιήσουμε μια τέτοια εξέλιξη, από τη στιγμή που στόχος παραμένει η προώθηση με τον καλύτερο τρόπο της ενοποίησης της Ευρώπης. Η ιδέα αυτή δεν θα σταματήσει ούτε με ένα γαλλικό «όχι». Ας μην ξεχνάμε πως σε όλη την πορεία της, η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε μέσα από συμβιβασμούς και συμφωνίες, αλλά και μέσα από συγκρούσεις και κρίσεις. Πάντως, το Νοέμβριο του 2006, όταν και αναμένεται να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες επικύρωσης στα 25 κράτη-μέλη, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις.

2.Επιπρόσθετα, θα ήθελα να σας ρωτήσω, αν κατά την άποψη σας το Ευρωσύνταγμα μετά την ψήφιση και υιοθέτησή του από τις χώρες της Ε.Ε, επιδέχεται διορθωτικών αλλαγών συμφωνά και με τα προβλήματα που θα προκύψουν κατά τη εφαρμογή του και αν κάτι τέτοιο είναι θεσμικά εφικτό;

Κοιτάξτε, το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα είναι ένα συμφωνημένο κείμενο και αποτέλεσμα μιας ευρύτατης και σκληρότατης διαπραγμάτευσης. Η πλήρης αξιολόγησή του θα γίνει φυσικά όταν θα έχει εφαρμοστεί για ικανό χρονικό διάστημα στην πράξη. Απ’ αυτήν την άποψη δεν μπορούμε, λοιπόν, να αποκλείσουμε να προκύψει στο μέλλον η ανάγκη προσαρμογών. Γι’ αυτό, άλλωστε, και το ίδιο το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα προβλέπει τις διαδικασίες αναθεώρησής του. Πάντως σε αυτή τη φάση δεν είναι νοητό να μιλάμε για κάτι τέτοιο. Αναδιαπραγμάτευση σημαίνει άνοιγμα του «Ασκού του Αιόλου».

3. Θα ήθελα να αναφερθώ στην κατά πλειοψηφία απόφαση που έλαβε την περασμένη εβδομάδα η Βουλή για μη διενέργεια δημοψηφίσματος. Μια μεγάλη Ευρωπαϊκή Χώρα, όπως είναι η Γαλλία, προχωράει σε λίγες μέρες σε δημοψήφισμα για το θέμα αυτό. Γιατί από ελληνικής πλευράς θεωρείται περιττή μια τέτοια διαδικασία ευρείας λαϊκής συμμετοχής για ένα ζήτημα τόσο  σοβαρό όσο το συγκεκριμένο;

Από την πρώτη στιγμή ήταν σαφές ότι η αξιωματική αντιπολίτευση είχε μοναδικό σκοπό να οδηγήσει τη συζήτηση για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα σε θέματα άσχετα με το περιεχόμενό του. Το αίτημα του ΠΑΣΟΚ για δημοψήφισμα ήταν και αυτό μία κίνηση τακτικισμού στην κατεύθυνση αυτή. Και εδώ πρέπει να διαχωρίσω τη στάση των κομμάτων της Αριστεράς, που είναι από τη σκοπιά τους συνεπή τόσο στο θέμα του δημοψηφίσματος, όσο και γενικότερα στο θέμα της Συνταγματικής Συνθήκης. Η αξιωματική αντιπολίτευση, αντίθετα, που όσο ήταν κυβέρνηση απέρριπτε παρόμοια αιτήματα, ήλθε να ζητήσει δημοψήφισμα, αφού έχει πει ήδη «ναι» στην Συνταγματική Συνθήκη. Η κύρωση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος έγινε, σύμφωνα με την πάγια συνταγματική πρακτική που έχει ακολουθηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια σε όλα ανεξαιρέτως τα μεγάλα βήματα της ευρωπαϊκής μας πορείας, από την Βουλή των Ελλήνων, τον ύψιστο θεσμό έκφρασης της λαϊκής βούλησης σε μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Και μάλιστα με πρόσφατη τη λαϊκή εντολή. Σε καμία περίπτωση δε μπορεί η κοινοβουλευτική διαδικασία να θεωρηθεί λιγότερο δημοκρατική ενός δημοψηφίσματος. Αυτό, άλλωστε αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η πλειοψηφία των εταίρων μας στην Ε.Ε. επέλεξε την κύρωση μέσω του κοινοβουλίου. Μπορεί μεν η Γαλλία, από παράδοση, να προσφεύγει σε δημοψηφισματική διαδικασία, αλλά η Γερμανία, για παράδειγμα, περνά το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα από την Ομοσπονδιακή Βουλή. Μόνον τέσσερις χώρες από τις 25 αποφάσισαν δεσμευτικά δημοψηφίσματα.

4. Να περάσουμε και σε κάποια θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ειδικότερα σε ότι αφορά τα ελληνοτουρκικά ενόψει της πιθανής ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ η μόνιμη επωδός είναι πλέον από ελληνικής πλευράς ότι η «ευρωπαϊκή προοπτική της γείτονος περνάει και από την Ελλάδα». Γεγονός μεν, αλλά δεν φαίνεται να αποδίδει τα  αναμενόμενα αφού ούτε η τουρκική προκλητικότητα μειώνεται, ούτε και τα διμερή προχωρούν. Είναι μάλλον αμυντική η πολιτική που ασκείται. Εκτιμάτε ότι είναι και η πλέον ενδεδειγμένη η μήπως θα έπρεπε να αναζητηθούν και άλλες ατραποί;

Η Ελλάδα έχει κάνει τη στρατηγική επιλογή να βοηθήσει στον εξευρωπαϊσμό της γειτονιάς μας, που αποτελεί και τη μοναδική λύση για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο εντάσσεται και η επιλογή μας να συμβάλουμε στον εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας. Όμως, από τη στιγμή που η ίδια η Τουρκία θέλησε να μπει σε αυτό τον μακρύ δρόμο, όλη η συμπεριφορά της παρακολουθείται από τους 25 κριτές της. Θέλουμε πραγματικά έναν Ευρωπαίο γείτονα στα ανατολικά μας, και θα στηρίξουμε αυτή την μετατροπή. Αυτό σημαίνει πως πάνω απ’ όλα η Τουρκία πρέπει να αλλάξει και συμπεριφορά. Τα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου είναι σαφέστατα ως προς αυτό. Η Τουρκία μπήκε σε ένα «Μαραθώνιο μετ’ εμποδίων», με 25 αυστηρούς κριτές. Διαμορφώθηκε ένα ξεκάθαρο ευρωπαϊκό πλαίσιο που η γείτονας υποχρεούται να ακολουθήσει, ώστε να προσαρμοστεί στο κεκτημένο της Ένωσης. Η Άγκυρα δεσμεύεται, ανάμεσα στ’ άλλα, να επιδιώξει σχέσεις καλής γειτονίας και να υιοθετήσει ειρηνικές διαδικασίες στην εξωτερική πολιτική της. Δεσμεύεται για το σεβασμό των ανθρώπινων, των θρησκευτικών και των μειονοτικών δικαιωμάτων. Δεσμεύεται σε ό,τι αφορά το Πρωτόκολλο της Τελωνειακής Ένωσης, αλλά και τη σχέση της απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία. Αντιθέτως, οι συμπεριφορές προκλήσεων είναι τελείως ξένες προς τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, αλλά και προς τις υποχρεώσεις της Τουρκίας έναντι της Ε.Ε. Αυτές τις συμπεριφορές τις αντιμετωπίζουμε άμεσα και αποτελεσματικά τόσο στο αμιγώς επιχειρησιακό, όσο και σε διπλωματικό επίπεδο. Ζυγίζουμε και την παραμικρή κίνηση της Τουρκίας. Η διαδικασία έχει μόλις ξεκινήσει. Η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας περιλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό και μια βαθιά εσωτερική αλλαγή. Σίγουρα υπάρχουν δυνάμεις που χάνουν προνόμια και αντιδρούν, όπως υπάρχουν και αυτές που πιστεύουν στα οφέλη της ευρωπαϊκής προοπτικής. Κάθε στάδιο στην πορεία αυτή θα είναι και ένα «τεστ» στη βούληση και την επιδίωξη των τελευταίων για μια Τουρκία πλήρως ενταγμένη στο ευρωπαϊκό πλαίσιο αρχών και αξιών. Δεν περιμένουμε βέβαια τα πράγματα να αλλάξουν αυτόματα με το πάτημα ενός κουμπιού. Αλλά και η πολιτική μας δεν είναι πολιτική λευκής επιταγής.

5.Μέσα σε ένα χρόνο ο Πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής συναντάται για δεύτερη φορά με τον Αμερικάνο Πρόεδρο Τζ. Μπούς. Στο γεγονός, από μόνο του, σεις αποδίδετε κάποια «σημειολογική σημασία» και τι προσδοκά η ελληνική πλευρά από τη συνάντηση αυτή; Συμφωνείτε με την εκτίμηση ότι τον τελευταίο καιρό παρατηρείται μια στροφή των Αμερικανών έναντι της χώρας μας προς το θετικό;

Εξαρτάται πιστεύετε από το γεγονός ότι για τα επόμενα δυο χρόνια η Ελλάδα θα είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφάλειας ενώ αναμένονται εξελίξεις και στα Βαλκάνια, όπως το θέμα του Κοσσόβου, που επηρεάζουν το «μάτι» με το οποίο βλέπουν η ΗΠΑ την Ελλάδα και τι οφέλη θα μπορούσε να αποκομίσει από αυτές τις εξελίξεις, ειδικότερα σε ότι αφορά τον ρόλο της στην περιοχή.

Το Υπουργείο Εξωτερικών, θέλω να επισημάνω, δουλεύει όλο αυτό το διάστημα μεθοδικά και αποτελεσματικά για την προώθηση της συνεργασίας με όλους τους εταίρους και συμμάχους μας Φυσικά, η συνεργασία με τις ΗΠΑ κατέχει πολύ σημαντική θέση. Τα μηνύματα υπευθυνότητας και ενεργού παρουσίας που εκπέμπει η εξωτερική μας πολιτική έχουν καταγραφεί και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, και αυτό αποδεικνύεται από όλες τις υψηλού επιπέδου επαφές αυτή την περίοδο. Η δεύτερη σε διάστημα ενός έτους συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ πέρα από τη «σημειολογική», όπως λέτε, σημασία είναι πάρα πολύ ουσιαστική, διότι αντικατοπτρίζει το πολύ καλό επίπεδο των διμερών μας σχέσεων και την προοπτική παραπέρα ανάπτυξής τους. Είναι παράλληλα και απάντηση σε όλους αυτούς που σχεδόν έφταναν να μιλούν για κρίση στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Η συμμετοχή μας ως μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας στον ΟΗΕ διευρύνει τις δυνατότητες συνεργασίας, ιδιαίτερα σε θέματα πιο άμεσου ελληνικού ενδιαφέροντος, όπως το ζήτημα του Κοσόβου. Σε κάθε περίπτωση έχει δημιουργηθεί μία θετική δυναμική που μπορεί να συμβάλει πολλαπλά στην προώθηση κοινών συμφερόντων, με εκατέρωθεν, αμοιβαίο, σεβασμό.