Αθήνα, 16 Ιουλίου 2006
– Η εντύπωση που δημιουργήθηκε μετά την τελευταία συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον κύπριο Πρόεδρο είναι ότι όλες οι κρίσιμες αποφάσεις για το Κυπριακό και για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας μετατέθηκαν για το φθινόπωρο. Είναι ακριβές αυτό; Και αν ναι, ισχύει ότι ένα από τα σενάρια που εξετάζονται είναι και η χορήγηση κάποιας χρονικής παράτασης στην Τουρκία για να υλοποιήσει το πρόσθετο Πρωτόκολλο και να ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στην Κυπριακή Δημοκρατία;
«Πρώτα πρώτα, θέλω να σας πω ότι τουλάχιστον από τότε που ανέλαβε η κυβέρνηση της ΝΔ υπάρχει μια σταθερή και άριστη συνεργασία ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Κυπριακή Δημοκρατία. Εν όψει του κρίσιμου ραντεβού του φθινοπώρου, με την υποβολή της Έκθεσης Προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τουρκία, οι διαβουλεύσεις αυτές εντατικοποιούνται, ώστε να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε από κοινού τις εξελίξεις που θα προκύψουν.
Η Τουρκία έχει σημειώσει ελάχιστη πρόοδο προς την κατεύθυνση της εκπλήρωσης των κριτηρίων που της έχουν τεθεί από την ΕΕ. Αυτό αποτελεί κοινή διαπίστωση σχεδόν όλων των κρατών-μελών και αναμένουμε ότι θα αντικατοπτρίζεται και στην Έκθεση της Επιτροπής.
Εμείς πιστεύουμε ότι η Τουρκία θα πρέπει να αντιληφθεί ότι δεν είναι νοητή πρόοδος στην ενταξιακή πορεία της αν δεν γίνονται κάθε φορά σεβαστές οι υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. Οι υποχρεώσεις αυτές είναι σαφείς. Εξετάζουμε πάντως όλα τα σενάρια και ετοιμαζόμαστε για κάθε ενδεχόμενο, με γνώμονα την προώθηση των εθνικών συμφερόντων και τη διασφάλιση της αξιοπιστίας της Ένωσης γενικότερα».
-Αν ως τον Νοέμβριο η Τουρκία δεν έχει εφαρμόσει το πρόσθετο Πρωτόκολλο, θέση της κυβέρνησης είναι ότι θα πρέπει να παγώσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις ή να μην ανοίξουν τα σχετικά με το θέμα αυτό κεφάλαια;
«Θεωρώ δεδομένο ότι τα κεφάλαια που επηρεάζονται από μια τέτοια εξέλιξη, δηλαδή από τη μη εκπλήρωση των σχετικών όρων από την Τουρκία, δεν πρόκειται να ανοίξουν. Αυτό είναι άλλωστε κοινή απόφαση όλων μας. Από ’κεί και πέρα απομένει να ζυγίσουμε και να αποφασίσουμε, με βάση τις εισηγήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα δεδομένα της στιγμής και την αξιολόγηση όλων των κρατών-μελών, το πώς ακριβώς θα επηρεάσει αυτή η άρνηση της Τουρκίας τη συνολική ενταξιακή της πορεία».
-Έχετε ασχοληθεί ενδελεχώς με την προώθηση της λεγόμενης φόρμουλας της λουξεμβουργιανής προεδρίας για το άνοιγμα του λιμανιού της Αμμοχώστου, η οποία φαίνεται να επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, σε συνδυασμό με τις πιέσεις για απελευθέρωση του κανονισμού για το απευθείας εμπόριο με τα Κατεχόμενα. Έχει κατά τη γνώμη σας πιθανότητες να προχωρήσει;
«Οι προτάσεις που έκανε το καλοκαίρι του 2004 ο πρόεδρος Παπαδόπουλος δημιουργούν δυνατότητες από τις οποίες μπορεί να προκύψει θετική διέξοδος για πολλά από τα ζητήματα που μας απασχολούν. Γι’ αυτό υποστηρίξαμε τις προσπάθειες της λουξεμβουργιανής προεδρίας και πιο πρόσφατα της αυστριακής, προκειμένου να δημιουργηθεί μια «δέσμη ιδεών» γύρω από το λιμάνι της Αμμοχώστου και την επιστροφή της περιοχής των Βαρωσίων με μια ορθή ρύθμιση του ζητήματος των περιουσιών. Οι προσπάθειες αυτές βρίσκονται σήμερα σε κρίσιμη καμπή και έχουν δεσμευθεί να τις συνεχίσουν τόσο η φινλανδική όσο και η επόμενη προεδρία, η γερμανική, με στόχο να βρεθεί λύση στο ζήτημα αυτό του κανονισμού με τρόπο όμως που να διασφαλίζει τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας».
-Και με τα ελληνοτουρκικά, τι θα γίνει στη Σύνοδο κορυφής; Θα υπάρξει ένα πλαίσιο μέσω του οποίου να δρομολογείται μια λογική διευθέτησης;
«Τα τελευταία δύο χρόνια εργαστήκαμε σκληρά για να διαμορφωθεί ένα σαφές και πολυσέλιδο πλαίσιο υποχρεώσεων της Τουρκίας εν όψει της ενταξιακής της προοπτικής. Μέσα από τις εκθέσεις αξιολόγησης, μέσα από τα κείμενα που υιοθετούνται από τα Συμβούλια Υπουργών και τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια, είναι εμφανές ότι έχει δημιουργηθεί ένας σαφής και δεσμευτικός Οδικός Χάρτης για την Τουρκία, και απορώ που ορισμένοι εξακολουθούν να τον ζητούν».
-Γιατί ο Οδικός Χάρτης που λέτε δεν έχει χρονοδιαγράμματα.
«Δεν είναι έτσι. Πρώτα πρώτα η ίδια η εταιρική σχέση έχει ως χρονοδιάγραμμα τα επόμενα δύο χρόνια, που σημαίνει αρχές του 2008 για τις λεγόμενες βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της Τουρκίας. Εκεί αναφέρονται όλες οι βασικές αρχές που μας ενδιαφέρουν: οι σχέσεις καλής γειτονίας, τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, οι θρησκευτικές ελευθερίες. Υπάρχει λοιπόν ένα ασφυκτικό πλαίσιο υποχρεώσεων προς τις οποίες πρέπει η Τουρκία να συμμορφωθεί. Εξυπακούεται ότι εν όψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου παρακολουθούμε όλα τα θέματα ιδιαίτερου ελληνικού ενδιαφέροντος και κινούμαστε με γνώμονα την προώθηση των καλύτερων, δυνατόν, διατυπώσεων. Αυτό ασφαλώς περιλαμβάνει τις σχέσεις καλής γειτονίας. Επαναλαμβάνω όμως ότι ο βασικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι να πετύχουμε το συντομότερο τη συμμόρφωση, την προσαρμογή της Τουρκίας προς τα ευρωπαϊκά κριτήρια και τις ευρωπαϊκές προϋποθέσεις. Το χρονοδιάγραμμα δεν είναι αυτοσκοπός».
– Τον τελευταίο καιρό έχουν αναζωπυρωθεί τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών. Και μια και μιλάμε για εκλογές, σας βλέπουμε συχνά στα Δωδεκάνησα. Να υποθέσουμε ότι εκεί θα κατέβετε ως υποψήφιος;
«Οι πολίτες εμπιστεύονται και στηρίζουν την πολιτική ευθύνης που ακολουθούμε, που εγγυάται βιώσιμη ανάπτυξη, τόνωση της απασχόλησης, κοινωνική συνοχή. Την ίδια στιγμή καθίσταται προφανές ότι το ΠαΣοΚ αδυνατεί να πείσει και να αναπτύξει πολιτική δυναμική. Υφίσταται διαρκώς φθορά, κάτι ασυνήθιστο για κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης, και μάλιστα στο μεσοδιάστημα μιας κυβερνητικής περιόδου. Αυτός όμως δεν είναι λόγος εφησυχασμού. Το μείζον για μας δεν είναι η αναμέτρηση με το ΠαΣοΚ, αλλά η αναμέτρηση με τα προβλήματα του τόπου, ώστε να χτίσουμε μια κοινωνία που παράγει και προοδεύει, μια κοινωνία αλληλεγγύης και δικαιοσύνης.
Σε ό,τι με αφορά, η μάχη του σταυρού είναι μια μεγάλη πρόκληση. Αλλά είναι και συναρπαστική πρόκληση να καταξιώνεται η πολιτική παρουσία σου μέσα από την ετυμηγορία των συμπολιτών σου. Είμαι έτοιμος λοιπόν να τη δώσω αυτή τη μάχη όποτε και όπου κληθώ από τον Πρωθυπουργό. Τα Δωδεκάνησα δεν τα ξέχασα ποτέ και πιστεύω ότι μπορούν να πάνε μπροστά, γιατί 20 χρόνια τα καταδίκασαν στην απομόνωση, στην υπανάπτυξη, στα ημιτελή έργα. Βοηθούσα και χθες τα Δωδεκάνησα ως πανεπιστημιακός καθηγητής, και σήμερα από τη θέση μου στην κυβέρνηση. Το ίδιο θα πράξω και αύριο».