Αθήνα, 30 Ιουλίου 2007

Κύριοι Γενικοί Γραμματείς,
Κυρίες και Κύριοι πρέσβεις,

Είναι ιδιαίτερη η χαρά μου που σας υποδέχομαι σήμερα εδώ, στο Υπουργείο μας, για την «Σύνοδο των Πρέσβεων». Γνωρίζετε ότι η κα Υπουργός είναι με τον Πρωθυπουργό στο Παρίσι και δεν μπορούσε να είναι εδώ μαζί μας. Θα έρθει όμως αύριο για το κλείσιμο αυτής της Συνόδου.

Μία Σύνοδο, έναν θεσμός που εγκαινιάσαμε πέρυσι όπως θυμάστε με στόχο τον καλύτερο δυνατό συντονισμό Κέντρου – Πρεσβειών. Μέσα από αυτή την ετήσια συνάντησή, μας δίνεται η ευκαιρία να βελτιώσουμε την αποτελεσματικότητά όλων μας και να ενισχύσουμε τους διαύλους επικοινωνίας μεταξύ μας.

Είμαι σίγουρος ότι στο τέλος αυτής της διαδικασίας, θα είμαστε πιο ενημερωμένοι, με σαφέστερη γνώση και ακόμη πιο ευαισθητοποιημένοι για τις θέσεις και κατευθύνσεις της εξωτερικής μας πολιτικής. Είμαι βέβαιος επίσης ότι η συμμετοχή σας στη Διημερίδα αυτή θα είναι και φέτος ουσιαστική και παραγωγική.

Κυρίες και κύριοι Πρέσβεις,

Θεωρώ εξόχως σημαντικό να υπογραμμίσω πρώτα-πρώτα το αυτονόητο:

Η εξωτερική πολιτική είναι η κατ’ εξοχήν δημόσια πολιτική. Ασκείται δηλαδή επί δημοσίω αγαθώ. Ο στόχος της είναι απολύτως ξεκάθαρος: Η προάσπιση και μεγιστοποίηση των εθνικών συμφερόντων και η βελτίωση του διεθνούς κύρους και της επιρροής της χώρας. Πάνω σε αυτόν τον αδιαπραγμάτευτο άξονα, καλούμαστε κάθε φορά και σε κάθε περίπτωση να εργαστούμε με ζήλο και να λειτουργήσουμε με φαντασία και δημιουργικότητα καθιστώντας τη χώρα αξιόπιστο και ισχυρό διεθνή και περιφερειακό παράγοντα.

Σε ένα κόσμο που αλλάζει συνεχώς, σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου οι δυνάμεις της μεταβολής είναι πολύ πιο ισχυρές από τις δυναμικές της συνέχειας και όπου οι διεθνείς σχέσεις είναι περισσότερο πολύπλοκες από ποτέ, στόχος μας είναι η χώρα μας να είναι παρούσα στις διεθνείς, ευρωπαϊκές και περιφερειακές εξελίξεις
και στο μέτρο των δυνατοτήτων της να προωθεί την δημοκρατία, την ειρήνη και την ασφάλεια, τη σταθερότητα, τη συνεργασία και την ανάπτυξη.

Να μην παρακολουθεί απλώς τις εξελίξεις αλλά να συμμετέχει στη διαμόρφωσή τους με αποκλειστικό γνώμονα την προώθηση των εθνικών μας συμφερόντων.

Κυρίες και κύριοι πρέσβεις,
Για την συνεχή βελτίωση και αναβάθμιση της θέσης της χώρας μας στο διεθνή και περιφερειακό καταμερισμό ισχύος και επιρροής, θεμελιώδης αφετηρία υπήρξε – και φυσικά παραμένει – η συμμετοχή μας στην διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Η «ευρωπαϊκή επιλογή» έχει συνοδεύσει την εξωτερική πολιτική της χώρας μας,
αλλά και την διαδικασία διεύρυνσης και εκσυγχρονισμού, του δημοκρατικού μας πολιτεύματος της δημοκρατικής μας πολιτείας από την μεταπολίτευση. Αποτελεί την σημαντικότερη συνισταμένη προόδου, ανάπτυξης και ευημερίας αλλά και έναν βασικό πυλώνα συνεχούς ενίσχυσης του διεθνούς κύρους και επιρροής της Ελλάδας. Πλέον, η χώρα αποτελεί ένα από τα παλαιότερα κράτη-μέλη της Ένωσης, αλλά και ένα από τα πιο αφοσιωμένα στην ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες πολίτες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ενστερνίζονται το όραμα της ενωμένης Ευρώπης και συνδέουν το αναπτυξιακό μέλλον της Ελλάδας με την πολιτική πρόοδο της Ευρώπης.

Η συμμετοχή μας στους κοινούς θεσμούς και πολιτικές προσδιορίζονται από την πραγματικότητα αυτής της συνειδητής και ευρείας υποστήριξης. Γι’ αυτό και η ευρωπαϊκή μας πολιτική είναι απολύτως σαφής και ξεκάθαρη: Ανήκουμε στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εργαζόμαστε για μια πιο πολιτική Ευρώπη, για μια Ευρώπη που θα είναι σε θέση να διαμορφώνει αποφασιστικά τις παγκόσμιες εξελίξεις, να ανταποκρίνεται στις μεγάλες προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης και να διευρύνει συνεχώς το μέρισμα ειρήνης, ασφάλειας, ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης για τους πολίτες της αλλά και για τους λαούς των χωρών της ευρωπαϊκής «περιμέτρου».

Γι’ αυτούς τους λόγους, η θέση της χώρας στο μεγάλο ζήτημα της θεσμικής μεταρρύθμισης της Ένωσης υπήρξε σταθερά προσανατολισμένη στο μέλλον. Υποστηρίξαμε με σθένος και επιμονή, τις κατακτήσεις της διαπραγμάτευσης που μας οδήγησαν στην Συνταγματική Συνθήκη το 2004. Γι’ αυτό και σε όλη τη διάρκεια της «περιόδου περισυλλογής» βρεθήκαμε στην πρώτη γραμμή εκείνων των κρατών-μελών που σταθερά επιδίωξαν το μέγιστο.

Στην σχετική διαπραγμάτευση που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κυρίως Προεδρίας οι προσπάθειές μας υπήρξαν σκληρές και επίπονες, σε όλη τη διάρκεια. και αποτελέσαμε στενό και αξιόπιστο συνομιλητή της Προεδρίας.

Και σε επίπεδο άτυπων επαφών, ακολουθώντας το επιτυχημένο παράδειγμα της διαπραγμάτευσης για τον προϋπολογισμό, τις δημοσιονομικές προοπτικές της Ε.Ε., όπου είχαμε πρωτοστατήσει στη συγκρότηση ενός σκληρού πυρήνα κρατών, μιας άτυπης ομάδας χωρών που στη συνέχεια διευρύνθηκε σε 17, γεγονός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο για το τελικό αποτέλεσμα. ‘Ετσι και εδώ συνεργαστήκαμε στενά με άλλους εταίρους μας, με μια μικρή ομάδα κρατών που πιστεύουν όπως και εμείς στην περισσότερη Ευρώπη, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και η Ουγγαρία και επεξεργαστήκαμε συστηματικά ιδέες και προτάσεις προς την κατεύθυνση ακριβώς της περισσότερη Ευρώπης, όχι λιγότερης Ευρώπης αλλά περισσότερης Ευρώπης.

Αναπτύσσοντας πρωτοβουλίες με στόχο την συγκρότηση τέτοιων πλειοψηφιών που θα μας επέτρεπαν να παραμείνουμε όσο το δυνατόν εγγύτερα στο κεκτημένο της Συνταγματικής Συνθήκης και να καταλήξουμε έτσι σε έναν αποδεκτό για μας συμβιβασμό. Με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας και 23ης Ιουνίου, τερματίζονται δύο χρόνια αμηχανίας, εσωστρέφειας και απογοήτευσης.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 πλέον, έκανε το πρώτο, μεγάλο και αποφασιστικό βήμα προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των Ευρωπαίων πολιτών για μία Ένωση που δεν έχασε τις ικανότητές της να υπερνικά τις όποιες δυσκολίες, τις όποιες δυνάμεις αδράνειας ελλοχεύουν και να υπερβαίνει τα όποια αδιέξοδα απειλούν την πορεία των ευρωπαϊκών λαών προς ένα κοινό μέλλον. Δεδομένων των συνθηκών, το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης σε όλη τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2007 αλλά και των μαραθώνιων συνεδριάσεων στη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπήρξε επιτυχές.

Γενικά είμαστε ικανοποιημένοι. Οφείλω, βέβαια, να τονίσω ότι έχουμε ακόμη δουλειά μπροστά μας. Στο πρόσφατο ΣΓΥΕΣ της 23ης Ιουλίου, ξεκίνησε επίσημα η Διακυβερνητική Διάσκεψη και η εντολή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προς αυτήν είναι σαφής. Το αποκλειστικό πλαίσιο των εργασιών της όπως και το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης έχει καθορισθεί αυστηρά. Είναι πλέον ζωτικής σημασίας για την Ένωση τα συμφωνηθέντα να τηρηθούν κατά γράμμα και στο τέλος του 2007 να βρεθεί πρέπει να βρει την Ένωση με ανανεωμένη πλέον τη θεσμική και πολιτική της φυσιογνωμία, έτοιμη να προχωρήσει μπροστά με περισσότερη λειτουργικότητα, περισσότερη αποτελεσματικότητα, ενισχυμένη εσωτερικά και με αναβαθμισμένο διεθνή ρόλο.

Σε κάθε άλλη περίπτωση, ο κίνδυνος η Ευρώπη να εισέλθει ξανά σε κατάσταση εσωστρέφειας, αβεβαιότητας και έλλειψης προσανατολισμού θα είναι μεγάλος. Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας εξέλιξης δεν μπορεί παρά να είναι επώδυνες και δυσμενείς για το μέλλον της ενοποιητικής διαδικασίας όπως τουλάχιστον την γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.

Τι συμφωνήσαμε, όμως στις Βρυξέλλες; Συμφωνήσαμε ότι το κείμενο που θα προκύψει θα ονομάζεται «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη» και θα τροποποιεί, αντί να αντικαθιστά, τις ισχύουσες σήμερα συνθήκες. Δηλαδή τη Συνθήκη για την ΕΕ και τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η οποία θα μετονομασθεί σε Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το βασικό στοιχείο της όλης διευθέτησης είναι ότι διαφυλάσσεται σχεδόν το σύνολο των ουσιαστικών καινοτομιών που περιελάμβανε η Συνταγματική Συνθήκη.

Η ουσία της, συνίστατο στο ότι εξόπλιζε την ΕΕ των 27 με τα απαραίτητα εργαλεία για να λειτουργήσει εύρυθμα και αποτελεσματικά.

Ο στόχος αυτός επιτεύχθηκε.

Πρώτον, έχουμε πλέον τις προϋποθέσεις για μια πιο συντονισμένη και συνεκτική εξωτερική δράση της ΕΕ:

Δεύτερον, ενισχύεται η δημοκρατική νομιμοποίηση της Ένωσης και η αποτελεσματικότητα των θεσμικών οργάνων

Τρίτον, διασφαλίστηκε (πολύ σημαντικό για εμάς) η ύπαρξη της «ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής» και της «ρήτρας αλληλεγγύης»

Τέταρτον, διαφυλάσσονται οι ουσιαστικές δυνατότητες για συγκεκριμένες δράσεις σε νέους τομείς, όπως ο τουρισμός, η ενέργεια και η συνοχή, ειδικά όσον αφορά στις νησιωτικές περιοχές, που είναι ζητήματα ειδικότερου ελληνικού ενδιαφέροντος.

Τέλος, η νέα συνθήκη εξασφαλίζει αρκετές νέες προϋποθέσεις ευελιξίας και αποτελεσματικότητας που είναι απαραίτητες σε μία Ευρώπη 27 ή και περισσότερων νέων μελών.

Συμπερασματικά, θεωρούμε ότι η λύση που αποφασίσθηκε είναι ικανοποιητική, λαμβανομένης υπ’ όψιν της συγκυρίας και των περιστάσεων και, παρά τις όποιες επιφυλάξεις διατυπώνονται, θεωρούμε ότι θα δώσει στην ΄Ενωση, με το νέο θεσμικό της πλαίσιο και τις νέες διαδικασίες, την απαραίτητη ώθηση να αντιμετωπίσει επιτυχώς τις προκλήσεις στο εσωτερικό και διεθνώς. Οι προκλήσεις αυτές είναι διαρκείς και μεγάλες και θα απαιτούν συνεχώς από την ΄Ενωση γρήγορες, αποτελεσματικές και χρήσιμες λύσεις.

Μια από τις προκλήσεις αυτές, καθοριστική για την εξέλιξη της ΄Ενωσης, θα είναι η επανεξέταση του προϋπολογισμού που θα πρέπει να γίνει το 2008-2009, όπως αποφασίσθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου 2005, και κατά την οποία θα τεθούν για συζήτηση και διαπραγμάτευση πολλά σημαντικότατα ζητήματα, που θα καθορίσουν την πορεία της ΄Ενωσης μετά το 2013, έτος κατά το οποίο θα εφαρμοσθούν οι νέες δημοσιονομικές προοπτικές, δηλαδή ο νέος προϋπολογισμός. Δεν χρειάζεται, νομίζω, να υπογραμμίσω τη σημασία που έχει το θέμα αυτό για την Ευρώπη γενικότερα αλλά και τη χώρα μας ειδικότερα, Ένα θέμα που θα απαιτήσει την εγρήγορση και την καλή προετοιμασία όλων μας, ούτως ώστε να υπερασπισθούμε κατά τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντά μας, αλλά και τα συμφέροντα μιας ισχυρής και εξελισσόμενης ΄Ενωσης, την οποία υποστηρίζουμε. Με όλα τα παραπάνω, επιχειρούμε να ξαναβάλουμε την Ευρώπη στο δρόμο της ολοκλήρωσης.

Το ιδανικό είναι η προσπάθεια και η πορεία που θέλουμε προς μια πιο πολιτική Ευρώπη να είναι κοινή. Το θεσμικό πλαίσιο υπάρχει. Αυτό που πρέπει να αναδειχθεί πλέον είναι η πολιτική βούληση. Αν αυτό δεν καταστεί δυνατόν, τότε υπάρχει ο δρόμος των ενισχυμένων συνεργασιών με ανοιχτές και διαφανείς διαδικασίες, για αυτούς δηλαδή, όπως η Ελλάδα που θέλουν να πάνε πιο μπροστά και πιο γρήγορα, που θέλουν περισσότερη Ευρώπη. Εμείς υποστηρίζουμε αυτή τη λογική.

Κυρίες και Κύριοι πρέσβεις,

Ο τερματισμός των θεσμικών εκκρεμοτήτων της τελευταίας διετίας, μας δίνει πλέον την δυνατότητα να επιδιώξουμε την ανάταξη της χαμένης ισορροπίας μεταξύ εμβάθυνσης και διεύρυνσης. Στην Ελλάδα βέβαια έχουμε απαντήσει σε αυτό το ερώτημα: Και εμβάθυνση και διεύρυνση. Όπως υποστηρίζουμε σθεναρά τον στόχο μιας πιο πολιτικής Ευρώπης έτσι έχουμε καταστήσει και στρατηγική επιλογή της εξωτερικής μας πολιτικής τη μετατροπή της γειτονιάς μας – της ΝΑ Ευρώπης – σε μια ευρωπαϊκή γειτονιά.

Για μας είναι σημαντικό να παραμείνουν οι χώρες των Δ. Βαλκανίων και η Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά. Δεν είναι χρήσιμο ή σκόπιμο να στερηθούν αυτές οι χώρες του κινήτρου που αντιπροσωπεύει το ευρωπαϊκό όραμα. Επιπλέον, η Ε.Ε. θα πρέπει να είναι συνεπής έναντι των χωρών Αφού η ίδια τους έχει δώσει αυτήν την ευρωπαϊκή προοπτική. Συγχρόνως είμαστε άτεγκτοι στην αυστηρή τήρηση της «αρχής της αιρεσιμότητας» και τα υποψήφια κράτη μέλη θα πρέπει να ανταποκρίνονται στην εναρμόνιση με το εξελισσόμενο κοινοτικό κεκτημένο.

Η υιοθέτηση, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου 2007, Σχεδίου Εντολής που θα αποτελέσει την αποκλειστική βάση όπως είπαμε στο πλαίσιο των εργασιών της Διακυβερνητικής Διάσκεψης με αντικείμενο την επεξεργασία Σχεδίου «Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης», εμπλουτίζει τα δεδομένα για την Διεύρυνση.

Στα ήδη υπάρχοντα κριτήρια προστίθενται τα «κριτήρια επιλεξιμότητας» που έχουν καθορισθεί ή θα καθορίζονται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ενώ της απόφασης του Συμβουλίου για την αποδοχή αίτησης προσχώρησης θα προηγείται η συγκατάθεση (με απόλυτη πλειοψηφία) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπάρχουν βέβαια και άλλες απόψεις, τις οποίες δεν αγνοούμε. Πιστεύουμε, όμως, ότι η διεύρυνση με τους αυστηρούς όρους «αιρεσιμότητας»
που έχουμε θέσει μπορεί να προχωρήσει, όχι εις βάρος αλλά υπέρ του οράματος της μεγάλης, ισχυρής, ενωμένης Ευρώπης.

Γι’ αυτό και η υποστήριξή μας για την ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών των Δ. Βαλκανίων και της Τουρκίας υφίσταται μόνο στη βάση της πλήρους εφαρμογής και εκπλήρωσης των κριτηρίων και προαπαιτουμένων που έχουν τεθεί. Δηλαδή πλήρης συμμόρφωση σημαίνει και πλήρη ένταξη. Γι’ αυτό και δεν αντιμετωπίζουμε την διεύρυνση ως απειλή αλλά ως ιστορική πρόκληση, ως εργαλείο εξευρωπαϊσμού της ΝΑ Ευρώπης. Άρα ως ευκαιρία για περισσότερη ασφάλεια, μεγαλύτερη συνεργασία, μόνιμη ανάπτυξη. Αυτό περιμένουμε βέβαια και από τις υποψήφιες χώρες.

Η Τουρκία πρέπει επιτέλους να αντιμετωπίσει την πορεία της προς την Ευρώπη ως τη μεγάλη της ευκαιρία. Την ευκαιρία της να διευρύνει την ποιότητα της δημοκρατίας στο εσωτερικό της σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Ευρώπης και να ενστερνιστεί συμπεριφορές σύγχρονης ευρωπαϊκής χώρας στις εξωτερικές της σχέσεις.

Η έμπρακτη προσήλωση στις αρχές της καλής γειτονίας και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών στη βάση των αρχών του Διεθνούς Δικαίου αποτελεί προϋπόθεση sinequanon για την απόκτηση του ευρωπαϊκού διαβατηρίου από την γείτονα.

Περιμένουμε η νέα κυβέρνηση να προχωρήσει με σθένος και αποφασιστικότητα στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές . Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφερθώ ιδιαίτερα στο ζήτημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου τα περιθώρια για την Τουρκία έχουν στενέψει. Ο σεβασμός στην οικουμενικότητα, το ρόλο και την ιστορική πραγματικότητα που αντιπροσωπεύει το Πατριαρχείο είναι υποχρέωση της Τουρκίας. Και θέλω να επισημάνω ότι με κάθε ευκαιρία θέτουμε σε όλα τα επίπεδα τα θέματα που αφορούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Όπως πρόσφατα κατά τη διάρκεια του ΣΓΥΕΣ στις 23 Ιουλίου, η κα Υπουργός ενημέρωσε διεξοδικά τους ομολόγους της για την κατάσταση και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ιδίως μετά την πρόσφατη απόφαση του Τουρκικού Ακυρωτικού Δικαστηρίου, βρίσκοντας την υποστήριξη όλων των Υπουργών που παρίσταντο στο Συμβούλιο.

Η Τουρκία πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η πολιτική της όχι μόνο δεν συνάδει με οτιδήποτε σύγχρονο, ευρωπαϊκό και δημοκρατικό κράτος αλλά αντίθετα υπονομεύει την όποια υποστήριξη μπορεί να περιμένει από την Ευρώπη και ειδικά από την Ελλάδα.

Ως προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, η δέσμευσή μας για την βαθμιαία ενσωμάτωσή τους στην ΕΕ παραμένει σταθερή, ανταποκρίνεται στις ελληνικές προσδοκίες και αφορά σε όλες τις χώρες χωρίς εξαιρέσεις. Η πορεία των χωρών αυτών προς την ΕΕ διέπεται από την τήρηση αυστηρής και δίκαιης αιρεσιμότητας
που περιλαμβάνει τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και τα προαπαιτούμενα της Διαδικασίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (ΔΣΣ). Βασικούς άξονες της ΔΣΣ αποτελούν η περιφερειακή συνεργασία και οι σχέσεις καλής γειτονίας. Την αιρεσιμότητα αυτή στηρίζει απαρέγκλιτα η χώρα μας, δεδομένου ότι σοβαρά εθνικά συμφέροντα σχετίζονται ή θα κριθούν στις επόμενες διευρύνσεις.

Σε ότι αφορά το Σκοπιανό, ακολουθούμε αποφασιστική και ρεαλιστική πολιτική προκειμένου να επιτύχουμε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση στο θέμα της ονομασίας, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του Γ.Γ. των ΗΕ.
Πιστεύουμε ότι μόνον μια τέτοια λύση θα έχει ως αποτέλεσμα την ομαλοποίηση και περαιτέρω ενίσχυση των διμερών μας σχέσεων, τη συνεργασία και τη σταθερότητα στην περιοχή και την ανεμπόδιστη πορεία της γειτονικής χώρας προς την Ε.Ε. και ΝΑΤΟ όπου επιθυμεί να ενταχθεί.

Θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι η χώρα μας συναίνεσε στην απόδοση καθεστώτος υποψήφιας χώρας στην ΠΓΔΜ, μόνο στη βάση, πρώτον, της γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, δεύτερον, των προτεραιοτήτων της εταιρικής σχέσης, και τρίτον, της απόφασης του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων της 12ης Δεκεμβρίου 2005 (με δήλωση Straw) αναφορικά με την αποκλειστική χρήση της διεθνώς αποδεκτής ονομασίας σε όλα τα κοινοτικά κείμενα και συναντήσεις.

Άλλωστε στην Κοινή Θέση της ΕΕ στο Δ’ Συμβούλιο Σταθεροποίησης και Σύνδεσης που έγινε πριν από λίγε μέρες, για πρώτη φορά τονίστηκε προς την ΠΓΔΜ η ανάγκη να αποφεύγει πράξεις που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τις σχέσεις καλής γειτονίας.

Η χώρα μας όπως ξέρετε έχει επιδείξει σε βάθος χρόνου την καλή της θέληση. Οι οικονομικές μας σχέσεις είναι σε πολύ καλό επίπεδο και θέλουμε να συμβάλλουμε στην σταθερότητα της περιοχής.

Όμως κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει ότι σε πολιτικό επίπεδο οι σχέσεις μας με υπαιτιότητα της άλλης πλευράς δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ομαλές. Με τέτοιες συνθήκες, μία υποψήφια χώρα δεν μπορεί να προχωρήσει στις διαπραγματεύσεις για την ευρωπαϊκή της ένταξη. Η εθνικιστική προπαγάνδα και οι προκλήσεις δεν έχουν θέση στην Ευρώπη.

Η δική μας θέση έναντι των Σκοπίων είναι απολύτως σαφής και ξεκάθαρη: Δεν νοείται επιλεκτική εφαρμογή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Όπως και οι άλλοι εταίροι μας, έτσι και εμείς, κρίνουμε τις υποψήφιες χώρες με κάθε ένα από τα κριτήρια αλλά και συλλογικά. Δεν μπορεί εμείς να δεσμευόμαστε εκ των προτέρων όταν τα Σκόπια δεν δείχνουν καν διάθεση για συναινετικές λύσεις. Κανείς δεν προχωράει στην Ευρώπη έτσι. Εμείς κάναμε ό,τι έπρεπε να κάνουμε, η ανταπόκριση πρέπει τώρα να έλθει από την άλλη πλευρά.

 

Έρχομαι τώρα, Κυρίες και Κύριοι, στις επιμέρους πολιτικές της Ένωσης οι οποίες συνιστούν βασικούς άξονες για τη διασφάλιση των ελληνικών συμφερόντων. Ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα αποδίδουμε στα θέματα Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, τα οποία, όπως όλοι γνωρίζουμε, αποτελούν ταχύτατα αναπτυσσόμενο τομέα του κοινοτικού κεκτημένου και περιλαμβάνονται πλέον στις πολιτικές προτεραιότητες της εκάστοτε Προεδρίας.

Από ελληνικής σκοπιάς, προτεραιότητα δίδεται στην περαιτέρω βελτίωση της κοινοτικής συνεργασίας για πιο αποτελεσματικό έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, με έμφαση στα θαλάσσια σύνορα, που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την Ελλάδα. Επίσης, μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, ιδίως στην ευαίσθητη για τη χώρα μας περιοχή της Αν. Μεσογείου, καθώς και τα θέματα θεωρήσεων, με στόχο τη προώθηση του τουρισμού μας με παράλληλη διασφάλιση των απαιτουμένων προδιαγραφών
στο πλαίσιο του Schengen.

Όπως γνωρίζετε, σημαντικές και συστηματικές προσπάθειες καταβάλλονται από το Υπουργείο μας στην κατεύθυνση της καλύτερης και ταχύτερης δυνατής εξυπηρέτησης των υπηκόων τρίτων χωρών που επιθυμούν να επισκεφτούν τη χώρα μας, στο πλαίσιο της ενεργού υποστήριξης που παρέχει το ΥΠΕΞ στις προσπάθειες της ελληνικής πολιτείας για ενίσχυση και προώθηση του τουρισμού, της βαριάς βιομηχανίας, όπως συνηθίζουμε να την αποκαλούμε, της χώρας μας.

Βασικό εργαλείο για την ενάσκηση αποτελεσματικής εθνικής πολιτικής στον τομέα αυτό, είναι η πολιτική μας στον νευραλγικό τομέα της χορήγησης θεωρήσεων Schengen. Είναι αλήθεια ότι η ποιότητα των παρεχομένων από τις Διπλωματικές και Προξενικές Αρχές μας υπηρεσιών εν προκειμένω, βελτιώνεται σταθερά, τα τελευταία χρόνια, χάρις στις άοκνες προσπάθειες όλων των κλάδων του προσωπικού των Αρχών, που εργάζονται, συχνά και υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος. Και θέλω εδώ να συγχαρώ όλους αυτούς για αυτά τα αποτελέσματα.

Θυμίζω επίσης ορισμένες καίριες πρωτοβουλίες στο χώρο αυτόν τη σύναψη των Συμφωνιών Διευκόλυνσης Θεωρήσεων που αποτελεί συνέχεια της προσπάθειας επιτάχυνσης της ευρωπαϊκής προοπτικής των χωρών αυτών.

Επίσης, προωθούμε από κοινού με τους Μεσογειακούς εταίρους μας την επέκταση της «Σφαιρικής Προσέγγισης για τη Μετανάστευση στις ανατολικές και νοτιοανατολικές γειτνιάζουσες με την ΕΕ περιοχές», από όπου προέρχεται ή διέρχεται μεγάλη μεταναστευτική πίεση προς την Ευρώπη.

Και θέλω εδώ να πω ότι, όπως ξέρετε, έχουμε αναπτύξει και μία ιδιαίτερη πρωτοβουλία για τη στενότερη δυνατή συνεργασία, άτυπη όμως, ανάμεσα στις Μεσογειακές χώρες της Ε.Ε., των 8 που βρέχονται από τη Μεσόγειο και 2 που προσχώρησαν πρόσφατα, της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας από τον Εύξεινο Πόντο. Ακριβώς γιατί τα θέματά μας είναι κοινά, οι στόχοι μας είναι κοινοί σε έναν μεγάλο βαθμό και γι’αυτό διερευνούμε μαζί τους το πόσο στενά μπορούμε να συνεργαστούμε σε μια σειρά από θέματα.

Επίσης νέες πρωτοβουλίες σε κοινοτικό επίπεδο με ευθύνη της νέας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Συνόρων FRONTEX, που περιλαμβάνουν τις «Ομάδες Ταχείας Επέμβασης», το Δίκτυο Παράκτιων Περιπολιών και την ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού Μητρώου υλικοτεχνικού εξοπλισμού για την από κοινού αντιμετώπιση εκτάκτων κρίσεων στα σύνορα, θέματα ιδιαίτερα σημαντικά για τη χώρα μας, δεν χρειάζεται να υπογραμμίσω ακριβώς γιατί. Είναι πάντως και το πρώτο βήμα για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ακτοφυλακής, ιδίως στην περιοχή της Μεσογείου. Και πιστεύουμε ότι όλα αυτά προσδίδουν μια νέα διάσταση στην φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Στο αυτό πνεύμα, η Ελλάδα θεωρεί ότι η υλοποίηση των ανωτέρω πρωτοβουλιών
πρέπει να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό, με αντίστοιχη κινητοποίηση σε όλους τους συναρμοδίους φορείς στο εσωτερικό, προκειμένου να μην χαθεί το θετικό momentum για ζωτικές εθνικές μας διεκδικήσεις.

Ένας άλλος τομέας τον οποίο θα ήθελα να αναφερθώ είναι η καινούργια πολιτική της Ε.Ε. για τη Θάλασσα. Μια συνολική πολιτική της Ε.Ε. που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη χώρα μας, μια χώρα δηλαδή που είναι άρρηκτα μέσα από την ισχυρή ναυτιλίας της και τον ιδιαίτερα δυναμικό τουριστικό της κλάδο.

Πιστεύουμε λοιπόν ότι η συμμετοχή μας στη χάραξη και την εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για τη διαχείριση του συνόλου των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων που αφορούν τη θάλασσα κρίθηκε από την πρώτη στιγμή εξαιρετικά σημαντική.

Για το λόγο αυτό, λάβαμε την πρωτοβουλία να συγκαλέσουμε μια Διάσκεψη Υπουργών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων με τη συμμετοχή του Επιτρόπου Αλιείας και Θαλάσσιας Πολιτικής κ. Borges.

Τα αποτελέσματα των εργασιών ήταν πράγματι ενθαρρυντικά και πιστεύω ότι μπορούμε να αισιοδοξούμε ό,τι οι ειδικές ανάγκες και οι προοπτικές των παράκτιων και νησιωτικών περιοχών μας, ιδιαιτέρως των απομακρυσμένων, που βάλλονται ιδιαίτερα θα ενταχθούν σε ένα ολοκληρωμένο ευρωπαϊκό πολιτικό πλαίσιο.

Κυρίες και Κύριοι Πρέσβεις,

θα ήθελα να κλείσω αυτήν κωδικοποίηση αυτής της ευρωπαϊκής στρατηγικής της χώρας μας λέγοντας τα εξής: Κεντρική επιλογή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι η χώρα μας να βρίσκεται στην καρδιά της Ευρώπης, σε όλες τις μεγάλες και ουσιαστικές πρωτοβουλίες και πολιτικές, στον πυρήνα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Θεωρούμε κάθε βήμα της Ένωσης προς τα μπρος, ως ένα βήμα από το οποίο η Ελλάδα κερδίζει σε ασφάλεια, σε δημοκρατία, σε ανάπτυξη, σε ευημερία και κοινωνική πρόοδο. Η Ελλάδα είναι πρωταγωνιστής και σταθερός υποστηρικτής της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων και της Τουρκίας. Τώρα με την ένταξη της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας, η χώρα μας παύει πια να είναι μια απομονωμένη νησίδα σε μια ασταθή Βαλκανική και γίνεται γεωγραφικά κομμάτι του κορμού της Ε.Ε., γεωπολιτικά.

Ο εξευρωπαϊσμός της Νοτιοανατολικής Ευρώπης –αυστηρά μετρήσιμος στη βάση αδιαπραγμάτευτων κριτηρίων και προαπαιτούμενων – αποτελεί την καλύτερη «οδό διαφυγής» από τα φαντάσματα του παρελθόντος Όλα αυτά απαιτούν συγκροτημένη στρατηγική και συνεχή προσπάθεια.

Θα ήθελα να τονίσω ότι ως μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας, το μεγαλύτερο μέρος των θεμάτων της εξωτερικής μας πολιτικής περνάει μέσα από τις συνεργασίες, τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες της ΕΕ.

Θα πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας ότι η ΕΕ λειτουργεί ως διαπραγματευτικό εργαλείο και μοχλός πίεσης σε πολλαπλά πεδία και επίπεδα πολιτικής που μας αφορούν. Ο δικός σας ρόλος είναι κομβικός.

Καλείστε να εκμεταλλευτείτε στο έπακρο τις δυνατότητες που μας προσφέρει η συμμετοχή μας στην ΕΕ. Ολοκληρωμένος στρατηγικός σχεδιασμός, λοιπόν, σοβαρότητα, συνέπεια, συνέχεια, υπολογισμένες και μεθοδικές κινήσεις είναι ο τρόπος με τον οποίο εργαζόμαστε και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε. Με αυτά κατά νου, θέλω να ευχαριστήσω όλους όσοι μοχθούν, και το κάνετε με ιδιαίτερο ζήλο, και υπερασπίζονται τα εθνικά ζητήματα με υψηλή την αίσθηση του χρέους και του καθήκοντος.

Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το Γενικό Γραμματέα Ευρωπαϊκών Υποθέσεων κ. Δημήτρη Κατσούδα, ο οποίος από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντά του τον περασμένο Μάρτιο, χειρίστηκε με επιτυχία σημαντικές πτυχές της ευρωπαϊκής μας πολιτικής, βοηθώντας εμένα στο δικό μου έργο, όπως πρόσφατα με τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα Σκόπια.

Και τέλος πριν αφήσω το βήμα, με την ευκαιρία της αναχώρησης του Γενικού Διευθυντή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Πρέσβυ κ. Σταματόπουλου, να τον ευχαριστήσω και εκείνον για τον ιδιαίτερο ζήλο και την εργατικότητα με τη οποία με βοήθησε όλα αυτά τα χρόνια. Να του ευχηθώ καλή επιτυχία στα νέα σημαντικά του καθήκοντα, κάναμε ένα σημαντικό έργο στις δημοσιονομικές προοπτικές και πρόσφατα στη Συνταγματική Συνθήκη.

Σας ευχαριστώ όλους για την προσοχή σας. Σας εύχομαι καλή επιτυχία στις εργασίες της Συνόδου.