Ο Ερντογάν έχει προεξοφλήσει ότι όσο επιθετικά κι αν προκαλέσει, η ελληνική αντίδραση ούτε στρατιωτική θα είναι, ούτε επίφοβη για τη χώρα του.
Την ώρα που η χώρα οδεύει κατά τα φαινόμενα σε παρατεταμένη εσωτερική αστάθεια και η ΕΕ σε ενεργειακή και οικονομική κρίση, η γειτονιά μας γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνη. Όταν μάλιστα βιώνουμε καθημερινά απροκάλυπτες απειλές αλλά «διαβάζουμε» λανθασμένα ή ανέμελα τα μαύρα σύννεφα στον ορίζοντα, τότε επαπειλείται ίσως μια «τέλεια καταιγίδα». Σε ένα τέτοιο πλαίσιο ακόμη και οι θετικές ειδήσεις όπως η ανακάλυψη νέου κοιτάσματος στην κυπριακή ΑΟΖ, κινδυνεύουν να οδηγήσουν σε νέες προκλήσεις μιάς αδηφάγου Τουρκίας κατά του Ελληνισμού. 
Έξι μήνες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ο Ερντογάν κομπάζει πως χάρις στις ακροβασίες «μεσολάβησής» του, το πεδίο κινήσεων της Τουρκίας είναι πιο ευρύ από ποτέ στην πρόσφατη ιστορία της. Η μείωση ισχύος και ενδιαφέροντος του άλλοτε «Αμερικανού χωροφύλακα» οδηγεί Μεγάλες και περιφερειακές Δυνάμεις να διεκδικήσουν μεγαλύτερους «ρόλους». Ορισμένες, όπως η Ρωσία και η Τουρκία, θεωρούν δεδομένη τη δομική αδυναμία των δυτικών δημοκρατιών να χρησιμοποιήσουν τη στρατιωτική τους ισχύ και επιχειρούν ατιμωρητί μικρά ή μεγαλύτερα «τετελεσμένα». Παραμερίζουν κατά το δοκούν το διεθνές δίκαιο και «ιερούς» κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης (όπως κατ’εξοχήν το απαραβίαστο των συνόρων) και προσφεύγουν σε ωμότατες απειλές και χρήση βίας με επίκληση «ιστορικών» ή γεωγραφικών «αδικιών».
Αμυνόμενη και μάλλον αμήχανη η Δύση περιορίζεται σε κυρώσεις που γρήγορα αποδεικνύονται ανεπαρκείς, παρακάμπτονται, και τελικά στρέφονται κατά των συμφερόντων της, οδηγώντας προοπτικά σε ενδοδυτικές διχογνωμίες και αστάθεια. Με την στρατιωτική πλάστιγγα να γέρνει στην Ουκρανία υπέρ του εισβολέα, ενισχύεται ο «ρεαλισμός» πολλών για συμβιβασμό και αναγνώριση τετελεσμένων και «σφαιρών επιρροής» ως αναγκαίων παραμέτρων μιας νέας διεθνούς «τάξης».
Το εν εξελίξει διεθνές αυτό πλαίσιο μας αφορά δυστυχώς άμεσα γιατί συνιστά εικόνες από ένα δυστοπικό και όχι μακρυνό μέλλον και στην Αν.Μεσόγειο. Ενθαρρυμένος δυστυχώς από ανάλογες αναλύσεις των εξελίξεων και διατηρώντας ανενόχλητος την πρωτοβουλία των κινήσεων, ο Ερντογάν δεν θα «χαρίσει» χωρίς στρατιωτική πίεση επί του πεδίου της κυπριακής ΑΟΖ καμία παλαιά ή νέα πλουτοπαραγωγική πηγή Ελλάδας και Κύπρου. Ετοιμάζεται μέσα σε κλίμα διεθνούς ανοχής και με επίκεντρο το θαλασσοτεμάχιο 6 (και όχι μόνο) για ένα νέο γύρο έντασης και διεκδικήσεων, προκειμένου να υφαρπάξει όλον σχεδόν τον θαλάσσιο και υποθαλάσσιο πλούτο της Αν.Μεσογείου. Απειλεί με χρήση βίας υπολογίζοντας σε μηδαμινές αντιστάσεις και παράλληλα στοχεύει ως «συμβιβασμό» σε μια δικέφαλη συνομοσπονδία στην Κύπρο υπό τουρκικό έλεγχο, εκβιάζοντας μέσω της «λύσης των δύο κρατών». Σημειωτέον εδώ ότι η τελευταία, αντίθετα από τη δική μας ερμηνεία, στην πραγματικότητα προβλέπει για τα κατεχόμενα πλήρη τουρκικό έλεγχο και για τον ελεύθερο νότο να λειτουργεί ως συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας —αλλά εκείνης της Ζυρίχης/Λονδίνου, με πλήρη δηλ. εγγυητικά, επεμβατικά και άλλα δικαιώματα της Άγκυρας.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η επαπειλούμενη εσωτερική αστάθεια κινδυνεύει να οδηγήσει σε πλήρη παράλυση την ήδη «αμήχανη» και αγκυλωμένη στο χθες «στρατηγική» μας. Αυτήν δηλ. που θεωρεί ότι οι διεθνείς διενέξεις αντιμετωπίζονται «μόνο» δια του διεθνούς δικαίου, ότι οι (άσφαιρες) «καταδίκες» από την ΕΕ και οι (μελλοντικοί) εξοπλισμοί μας θα αποτρέψουν την Τουρκία, και ότι ο αναθεωρητισμός συνόρων καταδικάστηκε «παγκοσμίως» και άρα…«απέθανε». Οι κρατούσες εγχώριες αναλύσεις δυστυχώς διαψεύδονται καθημερινά από τη σκληρή πραγματικότητα.Ακόμη πιο ανησυχητικό, ο Ερντογάν φαίνεται να έχει προεξοφλήσει ότι όσο περισσότερο άκαμπτα ο ίδιος συμπεριφέρεται, τόσο περισσότερες παραχωρήσεις θα λάβει. Κι ότι τελικά, όσο επιθετικά κι αν προκαλέσει, η ελληνική αντίδραση, παρά την «ψύχραιμη αποφασιστικότητα» που διατυμπανίζεται, ούτε στρατιωτική θα είναι, ούτε επίφοβη για τη χώρα του.

Έξι μήνες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ο Ερντογάν κομπάζει πως χάρις στις ακροβασίες «μεσολάβησής» του, το πεδίο κινήσεων της Τουρκίας είναι πιο ευρύ από ποτέ στην πρόσφατη ιστορία της. Η μείωση ισχύος και ενδιαφέροντος του άλλοτε «Αμερικανού χωροφύλακα» οδηγεί Μεγάλες και περιφερειακές Δυνάμεις να διεκδικήσουν μεγαλύτερους «ρόλους». Ορισμένες, όπως η Ρωσία και η Τουρκία, θεωρούν δεδομένη τη δομική αδυναμία των δυτικών δημοκρατιών να χρησιμοποιήσουν τη στρατιωτική τους ισχύ και επιχειρούν ατιμωρητί μικρά ή μεγαλύτερα «τετελεσμένα». Παραμερίζουν κατά το δοκούν το διεθνές δίκαιο και «ιερούς» κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης (όπως κατ’εξοχήν το απαραβίαστο των συνόρων) και προσφεύγουν σε ωμότατες απειλές και χρήση βίας με επίκληση «ιστορικών» ή γεωγραφικών «αδικιών».
Αμυνόμενη και μάλλον αμήχανη η Δύση περιορίζεται σε κυρώσεις που γρήγορα αποδεικνύονται ανεπαρκείς, παρακάμπτονται, και τελικά στρέφονται κατά των συμφερόντων της, οδηγώντας προοπτικά σε ενδοδυτικές διχογνωμίες και αστάθεια. Με την στρατιωτική πλάστιγγα να γέρνει στην Ουκρανία υπέρ του εισβολέα, ενισχύεται ο «ρεαλισμός» πολλών για συμβιβασμό και αναγνώριση τετελεσμένων και «σφαιρών επιρροής» ως αναγκαίων παραμέτρων μιας νέας διεθνούς «τάξης».
Το εν εξελίξει διεθνές αυτό πλαίσιο μας αφορά δυστυχώς άμεσα γιατί συνιστά εικόνες από ένα δυστοπικό και όχι μακρυνό μέλλον και στην Αν.Μεσόγειο. Ενθαρρυμένος δυστυχώς από ανάλογες αναλύσεις των εξελίξεων και διατηρώντας ανενόχλητος την πρωτοβουλία των κινήσεων, ο Ερντογάν δεν θα «χαρίσει» χωρίς στρατιωτική πίεση επί του πεδίου της κυπριακής ΑΟΖ καμία παλαιά ή νέα πλουτοπαραγωγική πηγή Ελλάδας και Κύπρου. Ετοιμάζεται μέσα σε κλίμα διεθνούς ανοχής και με επίκεντρο το θαλασσοτεμάχιο 6 (και όχι μόνο) για ένα νέο γύρο έντασης και διεκδικήσεων, προκειμένου να υφαρπάξει όλον σχεδόν τον θαλάσσιο και υποθαλάσσιο πλούτο της Αν.Μεσογείου. Απειλεί με χρήση βίας υπολογίζοντας σε μηδαμινές αντιστάσεις και παράλληλα στοχεύει ως «συμβιβασμό» σε μια δικέφαλη συνομοσπονδία στην Κύπρο υπό τουρκικό έλεγχο, εκβιάζοντας μέσω της «λύσης των δύο κρατών». Σημειωτέον εδώ ότι η τελευταία, αντίθετα από τη δική μας ερμηνεία, στην πραγματικότητα προβλέπει για τα κατεχόμενα πλήρη τουρκικό έλεγχο και για τον ελεύθερο νότο να λειτουργεί ως συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας —αλλά εκείνης της Ζυρίχης/Λονδίνου, με πλήρη δηλ. εγγυητικά, επεμβατικά και άλλα δικαιώματα της Άγκυρας.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η επαπειλούμενη εσωτερική αστάθεια κινδυνεύει να οδηγήσει σε πλήρη παράλυση την ήδη «αμήχανη» και αγκυλωμένη στο χθες «στρατηγική» μας. Αυτήν δηλ. που θεωρεί ότι οι διεθνείς διενέξεις αντιμετωπίζονται «μόνο» δια του διεθνούς δικαίου, ότι οι (άσφαιρες) «καταδίκες» από την ΕΕ και οι (μελλοντικοί) εξοπλισμοί μας θα αποτρέψουν την Τουρκία, και ότι ο αναθεωρητισμός συνόρων καταδικάστηκε «παγκοσμίως» και άρα…«απέθανε». Οι κρατούσες εγχώριες αναλύσεις δυστυχώς διαψεύδονται καθημερινά από τη σκληρή πραγματικότητα.Ακόμη πιο ανησυχητικό, ο Ερντογάν φαίνεται να έχει προεξοφλήσει ότι όσο περισσότερο άκαμπτα ο ίδιος συμπεριφέρεται, τόσο περισσότερες παραχωρήσεις θα λάβει. Κι ότι τελικά, όσο επιθετικά κι αν προκαλέσει, η ελληνική αντίδραση, παρά την «ψύχραιμη αποφασιστικότητα» που διατυμπανίζεται, ούτε στρατιωτική θα είναι, ούτε επίφοβη για τη χώρα του.