Εφημερίδα Εστία
Ολοκληρώνεται προσεχώς ο δεύτερος γύρος των ερευνών του Ο.Ρέις στην Ανατ.Μεσόγειο και υπαινικτικά προαναγγέλλονται ήδη ακόμη πιό επικίνδυνοι γύροι ερευνών, αυτή τη φορά σε οριοθετημένη και όχι «δυνάμει» ΑΟΖ μας. Τι διδάγματα μπορούμε να αντλήσουμε και τι νέα όπλα μπορούμε να επιστρατεύσουμε ενόψει του μεγαλύτερου κινδύνου που διαγράφεται μπροστά μας;
Επί δεκαετίες, η Τουρκία ανακοίνωνε τη διεκδίκηση, μετρούσε τις συνήθως υποτονικές αντιδράσεις και προχωρούσε στην υλοποίηση. Η διολίσθηση αυτή με τη σειρά της ενθάρρυνε τον Ερντογάν στη μεθοδική παραπέρα αύξηση των διεκδικήσεών του. Με συνεχώς αυξανόμενη την αυτοπεποίθησή της, η Τουρκία οδηγεί τις εξελίξεις και κινείται ως επιθετικός διεκδικητής «ζωτικού χώρου»:με χρήση στρατιωτικών μέσων, χωρίς κανόνες, χωρίς σεβασμό συνόρων. Φέρνει έτσι την Αθήνα μπροστά στο δίλημμα: είτε να κλιμακώσει η ίδια στρατιωτικά την αντιπαράθεση που κάθε φορά έντεχνα προκαλεί η Τουρκία,είτε να αναγκαστεί σιωπηρά σε μικρές ή μεγαλύτερες τακτικές (και μονομερείς ή ανισοβαρείς εκ των πραγμάτων μάλιστα) υποχωρήσεις.
Στην φετινή κρίση με το Ο.Ρέις, ο πρώτος γύρος ξεκίνησε σε περιοχές μακρυά από το Καστελόριζο, όπου δηλ. στα μάτια των τρίτων οι ελληνικοί τίτλοι για δικαιώματα υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ φαίνονταν (βοηθούσης και της τουρκικής χαρτογραφικής προπαγάνδας) σχετικά πιό αδύναμοι. Στον δεύτερο γύρο οι έρευνες έγιναν στην ολοένα και πιό κοντινή στο Καστελόριζο περιοχή, εκεί δηλ. όπου οι ελληνικοί τίτλοι για θαλάσσιες ζώνες σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας αλλά και τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης είναι ακόμη ισχυρότεροι. Περιέργως, ενώ στον πρώτο γύρο η ελληνική κινητοποίηση ήταν μεγάλη και αποφασιστική, στον δεύτερο —όπου επιπλέον σημειωνόταν και μιά απροκάλυπτη υποτροπή του Ερντογάν ακόμη και στα μάτια των «εξαπατηθέντων» φίλων του— περιοριστήκαμε σε παρακολούθηση και διεθνείς διαμαρτυρίες. Οι κυρώσεις που προβλήθηκαν ως το αποτρεπτικό υπερόπλο μας αποδυναμώνονταν κάθε μέρα και περισσότερο με τον πολεμοχαρή μας γείτονα να (φαίνεται να) τις αψηφά. Πλησίασε εξάλλου ακόμη κοντύτερα στα 6 ν.μ. από τα Δωδεκάνησα και την Κρήτη υλοποιώντας βήμα-βήμα τη «γαλάζια πατρίδα». Η συνολική μας αποτρεπτική στρατηγική αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος ανεπαρκής και άρα χρειάζεται ενίσχυση: πολιτικά, στρατιωτικά, διπλωματικά. Απαιτείται μιά νέα, φιλόδοξη αλλά και ρεαλιστική επανασχεδίαση.
Μιά στρατηγική ξεκινά από τον προσδιορισμό του βασικού στόχου. Ως τέτοιος δεν μπορεί να θεωρηθεί η συνεχής αναβολή για το μέλλον των δύσκολων αλλά και κρίσιμων εθνικών αποφάσεων. Στόχος μας δεν είναι να κλιμακώσουμε σε ανοιχτή σύγκρουση, ούτε όμως και η παάση θυσία αποκλιμάκωση. Το εθνικό συμφέρον επιτάσσει να οριοθετήσουμε ειρηνικά τις θαλάσσιες ζώνες μας και να αξιοποιήσουμε παραγωγικά σε όφελος της χώρας τον νέο πλούτο απ’τις τεράστιες αυτές θαλάσσιες και υποθαλάσσιες εκτάσεις (τέσσερεις φορές πιο μεγάλες από την έκταση της χώρας μας!). Ενας εθνικός διχασμός σε πατριώτες και μειοδότες, μιά συνεχής ένταση που οδηγεί σε θερμά επεισόδια, ένας πανάκριβος αγώνας εξοπλισμών που δεν αποτρέπει, και θαλάσσιες εκτάσεις απ’οπου δεν αποκομίζουμε κανένα πρακτικό όφελος, είναι το χειρότερο σενάριο και δεν συνιστά βέβαια εθνικό σχέδιο.
Το απαράδεκτο ταμπού «δεν διεκδικούμε τίποτα» εγκλώβισε σε μιά εποχή παγκόσμιας έκρηξης θαλάσσιων διεκδικήσεων την 9η στον κόσμο χώρα σε μήκος ακτογραμμών και διαχρονική θαλάσσια δύναμη στα μινιμαλιστικά όρια των 6 ν.μ.. Μεταξύ 2004 και 2009 έγιναν βάσει συνολικού σχεδίου («Ελλάς των τεσσάρων θαλασσών») ελπιδοφόρες διαπραγματεύσεις οριοθέτησης της ΑΟΖ μας με Λιβύη, Αίγυπτο και Αλβανία, που όμως στη συνέχεια εγκαταλείφθηκαν. Οδηγηθήκαμε σιγά-σιγά στην πλήρη ανατροπή του σκηνικού: η Τουρκία αρχίζει να σχεδιάζει την «γαλάζια πατρίδα», εξοπλίζεται μαζικά και αναλαμβάνει επιθετικά την πρωτοβουλία των κινήσεων απέναντι σε μιά Ελλάδα βυθισμένη στην κρίση και εσωστρέφεια. Ενθαρρυμένος ο Ερντογάν από το διόλου αποτρεπτικό ελληνικό «μούδιασμα» (αφού με λίγες τιμητικές εξαιρέσεις απλά μετατίθενται τα επιδεινούμενα δεδομένα στον επόμενο χειριστή), αλωνίζει στην κυπριακή ΑΟΖ. Έπρεπε δυστυχώς να υποστούμε το στρατηγικό πλήγμα του εξωφρενικού τουρκολιβυκού μνημονίου για να ξυπνήσουμε από τον βολικό λήθαργο της αδράνειας.
Ο τρίτος γύρος του Ο.Ρέις στοχεύει να πλήξει ακόμη πιο κρίσιμα και κατοχυρωμένα εθνικά συμφέροντα νότια του τόξου Κρήτης-Δωδεκανήσου, στην περιοχή δηλ. που πλέον η Ελλάδα οριοθέτησε με την Αίγυπτο την ΑΟΖ της. Οι επείγοντες πρόσθετοι εξοπλισμοί που ορθά σχεδιάστηκαν απ’την κυβέρνηση δυστυχώς χριεάζονται χρόνο για να υλοποιηθούν, αν και οι επιτυχίες του πολεμικού μας ναυτικού μας κάνουν γενικότερα αισιόδοξους. Όμως το διεθνές περιβάλλον θα παραμείνει πιθανότατα ρευστό για αρκετό χρόνο, και η ΕΕ υποκριτικά αναβάλλει οποιαδήποτε κύρωση ουσίας κατά της Άγκυρας, αφήνοντας έτσι επικίνδυνα κενά ισχύος που μαγνητίζουν ένα παραληρηματικό Ερντογάν. Η Γαλλία αποτελεί τη μοναδική ισχυρή χώρα με προοπτική πρακτικής συμπαράταξης μαζί μας και η νέα σύγκρουση με τον Τουρκο Πρόεδρο ενισχύει την πιθανότητα αυτή. Όμως χρειάζεται διερεύνηση των πραγματικών ορίων της συνδρομής της πριν από κάθε σοβαρή ελληνική κίνηση. Είναι διατεθειμένη να συμπαραταχθεί αποτρεπτικά έστω και με μιά φρεγάτα δίπλα στις εθνικές μας δυνάμεις σε μιά φιλόδοξη κόκκινη γραμμή μας επί του πεδίου; Ο υπουργός εξωτερικών Ν.Δένδιας έχει αναγγείλει την επέκταση των χωρικών υδάτων μας στα 12 ν.μ. πέραν του Ιονίου και νότια της Κρήτης— κίνηση αποφασιστική που αποκτά επείγοντα χαρακτήρα. Το ίδιο και η συμπλήρωσή της με επέκταση και στις ανατολικομεσογειακές ακτές Κρήτης – Δωδεκανήσου— κίνηση σχεδόν αυτονόητη μετά την αντίστοιχη οριοθέτηση με το Κάιρο.
Ήρθε αναπόφευκτα η ώρα που πρέπει με εθνική σύμπνοια, σχέδιο, αλλά και συνετή τόλμη να προχωρήσουμε σε άσκηση των δικαιωμάτων μας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ώστε να μην αποδυναμωθούν ακόμη περισσότερο με την άπρακτη παρέλευση του χρόνου παραμένοντας απλώς «δυνάμει» δικαιώματα. Μπροστά στις μεγάλες προκλήσεις που μας περιμένουν, δεν μπορούμε να περιοριζόμαστε ζητώντας απλά την αποκλιμάκωση της κρίσης που ερμηνεύεται αναπόφευκτα ως αδυναμία. Στον τρίτο γύρο μπορούμε και πρέπει, αξιοποιώντας τους νομικά ισχυρότατους εθνικούς μας τίτλους με τις κατάλληλες «έξυπνες» κινήσεις, να βγούμε επιτέλους και νικητές —τουλάχιστον πολιτικά και διπλωματικά.