Συνέντευξη ΥΦΥΠΕΞ, κ. Γ. Βαληνάκη, στη “ΝΕΤ 105,8” και στο δημοσιογράφο κ. Καπόπουλο (2004-05-11)
 

κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Καλή σας μέρα κ. Υπουργέ.   

κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Καλημέρα σας. 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Βαληνάκης δεν είναι μόνο από το 1998, από τους διαμορφωτές της εξωτερικής πολιτικής στη Νέα Δημοκρατία αλλά στο παρελθόν με την ιδιότητα του πανεπιστημιακού και τη θέση που είχε στο Ελληνικό Ινστιτούτο Αμυντικής Εξωτερικής Πολιτικής, έχει υπάρξει και αναλυτής και από κάποια απόσταση έχει δει στη μεγάλη της διάρκεια, την ελληνική εξωτερική πολιτική.
 
  Θα προσπαθήσουμε και αυτή τη δεύτερη ιδιότητά του να επικαλεστούμε στην προσπάθειά μας να καταλάβουμε πως ακριβώς διαμορφώνεται το νέο σκηνικό.
 
  Κύριε Βαληνάκη, στη Λουκέρνη όταν είχε γίνει γνωστό το ταξίδι του Ερντογάν στην Αθήνα, είχε εκφραστεί μια πρώτη δυσπιστία, για το αν μπορεί με ανοικτό το Κυπριακό, να υπάρχει προσδοκία βελτίωσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δυσπιστία είχε εκφραστεί επίσης και για την επίσκεψη Ερντογάν στη Θράκη. Και οι δύο αυτές δυσπιστίες που είχαν εκφραστεί, έχουν διαψευστεί από τα πράγματα.
 
  Βρισκόμαστε σε ένα πολύ καλό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το ερώτημα είναι ποιος είναι ο ορίζοντας αυτού του κλίματος. Είναι, μέχρι τον Δεκέμβριο, που είναι το κρίσιμο ευρωτουρκικό ραντεβού ή πάει και πέρα από τον Δεκέμβριο; 
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Πράγματι νομίζω και στις δύο περιπτώσεις, δηλαδή και στο Κυπριακό και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η κυβέρνηση σημείωσε δύο πολύ μεγάλες επιτυχίες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι βεβαίως τα προβλήματα έχουν τελειώσει εξαιτίας αυτών των αποτελεσμάτων.
 
  Είμαστε ακόμα με το Κυπριακό ανοιχτό αλλά και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις παρά το ότι βρίσκονται σε πορεία εξομάλυνσης, δεν έχουν φτάσει σε αυτή την πλήρη εξομάλυνση. Αρα νομίζω ότι έγιναν τα σωστά βήματα. Εχουμε όμως από εδώ και πέρα και άλλα μπροστά μας.
 
  Ομως η Κύπρος αισθάνεται ασφαλέστερη μέσα στην Ευρωπαϊκής Ενωση, να ξαναδεί το θέμα με το ασφαλές αυτό μάτι του μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από την άλλη μεριά και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπως φάνηκε και από την επίσκεψη του Τούρκου Πρωθυπουργού στη Θράκη, βρίσκονται σε ένα πολύ καλό σημείο, αφετηρίας θα έλεγα, έτσι ώστε να υπάρξει η επίλυση των προβλημάτων.
 
  Από εκεί και πέρα βεβαίως έχουμε μπροστά μας έναν πρώτο ορίζοντα που είναι ο Δεκέμβριος, δεδομένου ότι η Τουρκία κρίνεται για το αν θα ξεκινήσει ή όχι ενταξιακές διαπραγματεύσεις και κρίνεται και βάση της απόφασης του Ελσίνκι το 1999.
 
  Συνεπώς υπάρχει αυτή η διπλή κρίση της Τουρκίας που δημιουργεί μια πίεση, αν θέλετε προς τη δική της την πλευρά, να έρθει σε λογικότερες λύσεις και στο θέμα του Κυπριακού και στο θέμα των ελληνοτουρκικών.
 
  Νομίζω ότι αυτός είναι ο βασικός στόχος σήμερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αν υπάρχει ένα περιθώριο για να λύσουμε τα προβλήματα καλύτερα και μετά τον Δεκέμβριο, δεν θα πρέπει να το σκεφτούμε.
 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Να σταθώ σε αυτή την τελευταία επισήμανσή σας κ. Υπουργέ. Αν υπάρχει ένα περιθώριο να λύσουμε τα προβλήματα καλύτερα μετά τον Δεκέμβριο. Στην προοπτική μιας συνέχισης του διαλόγου ανάμεσα στην Αγκυρα και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αυτό που λέτε έχει όντως τη δική του αξία. Μια Τουρκία, που θα έχει μπει στη λογική της διαπραγμάτευσης της ενταξιακής στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θα έχει επιπλέον κίνητρα να επιδείξει η ευρωπαϊκή συμπεριφορά. 
  
  Η κριτική που γίνεται προς τους χειρισμούς της κυβέρνησης, κυρίως από το κόμμα και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι ότι γιατί διακινδυνεύετε να περάσει ο Δεκέμβριος και να έχουμε το ενδεχόμενο μιας αρνητικής εξέλιξης στις ευρωτουρκικές σχέσεις. 
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Δεν το διακινδυνεύουμε πρώτα – πρώτα. Προσπαθούμε με ορίζοντα, το έχω πει και επανειλημμένα μέχρι σήμερα και στο Κυπριακό και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με ορίζοντα τον Δεκέμβριο.
 
  Αυτός όμως ο ορίζοντας δεν πρέπει να είναι απόλυτος, με την έννοια δηλαδή ότι αν έχουν προχωρήσει οι διαβουλεύσεις και οι επαφές και στο ένα θέμα και στο άλλο σε τέτοιο βαθμό μέχρι τον Δεκέμβριο που να χρειαζόμαστε ακόμα λίγο χρόνο, για να το κλείσουμε το θέμα, κατά επωφελέστερο τρόπο παρά να το κλείσουμε ενόψει του Δεκεμβρίου, αυτό λέω, ότι δεν θα έπρεπε από μόνο του να σταθεί εμπόδιο, σε μια παράταση των συνομιλιών.
 
  Δεν σημαίνει όμως ότι δεν προσπαθούμε με ορίζοντα τον Δεκέμβριο, διότι βεβαίως αντιλαμβανόμαστε τα δεδομένα. Θέλω όμως να πω και κάτι άλλο. Απ΄ ότι φαίνεται το Δεκέμβριο, είναι μάλλον απίθανο να θεωρήσουμε ότι η Τουρκία θα υποστεί ένα πολύ ηχηρό όχι και ένα, για να το πω πολύ απλά, ένα χαστούκι στο πρόσωπο.
 
  Είναι πολύ πιο πιθανόν να υποθέσουμε ότι θα υπάρξει είτε μια μεσοβέζικη λύση, δηλαδή μιας παραπέρα παράτασης της έναρξης των συνομιλιών, είτε αυτό που επιθυμούν και οι ίδιοι οι Τούρκοι, δηλαδή άμεση έναρξη των συνομιλιών αυτών.
 
  Συνεπώς νομίζω ότι δεν είναι τόσο μεγάλος ο κίνδυνος. Επαναλαμβάνω όμως  ότι ο στόχος μας ο πρώτος και βασικός, είναι μέχρι τον Δεκέμβριο να έχουμε φτάσει σε ένα πολύ ικανοποιητικό επίπεδο. 
  
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Υπάρχει εκπεφρασμένη βούληση από την ελληνική κυβέρνηση, χωρίς να αναμειγνύεται στα εσωτερικά της Κυπριακής Δημοκρατίας και χωρίς να αμφισβητεί την εκπεφρασμένη βούληση του κυπριακού λαού πρόσφατα στο δημοψήφισμα, για αναζήτηση λύσης με βάση το σχέδιο Ανάν συν διεθνείς εγγυήσεις. Αν έχω καταλάβει καλά, κάπως έτσι είναι τα πράγματα.
 
  Όμως, το σκηνικό θα διαμορφωθεί καθοριστικά από τους συσχετισμούς της ίδιας της κυπριακής πολιτικής σκηνής και της ίδιας της ωρίμανσης των συνθηκών στην Κύπρο. Μήπως έτσι εκ των πραγμάτων, η Αθήνα απλώς θα καταγράφει τις πρωτοβουλίες και την ωρίμανση των συσχετισμών στην κυπριακή ελληνική σκηνή;
 
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Είναι λογικό σε πρώτο επίπεδο, ότι η Κυπριακή Δημοκρατία και οι πολιτικές της δυνάμεις και τα συντεταγμένα όργανα, πρέπει να αποφασίσουν για το ποια θα είναι η θέση, με την οποία θα επαναφέρει το ζήτημα στη διεθνή σκηνή η Κυπριακή Δημοκρατία. Δηλαδή, ποια θα είναι ακριβώς η θέση της. Θα είναι ότι ξεκινούμε όπως φαντάζομαι με το σχέδιο Ανάν συν κάποιες αλλαγές δύο, τρεις, δεκαπέντε ή σαράντα;
 
  Αυτό δεν έχει ξεκαθαριστεί στο εσωτερικό της Κύπρου και απομένει η Κυπριακή Δημοκρατία πρώτα να αποφασίσει που θα ισορροπήσει και που θα υπάρξει μια συμβιβαστική αν θέλετε άποψη, ανάμεσα σε διαφορετικές απόψεις που υπάρχουν.  Όπως επίσης και για τα θέματα της διαδικασίας.
 
  Συνεπώς, εμείς θα ακούσουμε πρώτα την Κυπριακή Δημοκρατία στη θέση που θα διαμορφώσει, ενώ παράλληλα θα κάνουμε και τον κύκλο των επαφών μας των διεθνών που έχουμε ήδη ξεκινήσει με την Τουρκία και με τους Ευρωπαίους εταίρους μας και που συνεχίζεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στον κ. Μπους.
 
  Και κατά συνέπεια νομίζω, στην αρχή του καλοκαιριού, θα υπάρχει μια πιο συγκεκριμένη εικόνα, για το τι πρώτα – πρώτα επιθυμεί η Κύπρος και τι από την άλλη μεριά από πλευράς διεθνών παραγόντων, είναι ρεαλιστικά εφικτό. 
 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα. Κύριε Υπουργέ, αναφερθήκατε στο θέμα των ελληνοτουρκικών διαβουλεύσεων και συνομιλιών, για το θέμα της υφαλοκρηπίδας και έτσι όπως αναλύσατε και παρουσιάσατε το ραντεβού του Δεκεμβρίου, όντως πρέπει να γίνει και αυτή η ανάγνωση, να μην δραματοποιούμε το ραντεβού του Δεκεμβρίου, μπορεί να μην είναι απόλυτο ναι, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις να φοβόμαστε ένα απόλυτο όχι. Ένα κλείσιμο της πόρτας απέναντι στην Τουρκία. 
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Ναι λέω το πιθανότερο είναι αυτό, δεν μπορώ βέβαια  να αποκλείσω αλλά είναι λιγότερο πιθανό.
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Ένα ζητούμενο είναι αυτή καθ΄ εαυτή η ουσία της διαπραγμάτευσης, αν έχει ωριμάσει πραγματικά μια ελληνοτουρκική συνεννόηση, το θέμα να φτάσει κάπου. Ένα δεύτερο, είναι το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης.
 
  Η Τουρκία για χρόνια είχε αντιρρήσεις στην παραπομπή του θέματος υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και προτιμούσε τη διμερή διαβούλευση. Είναι αυτά τα δύο θέματα αλληλοαποκλειόμενα; Για να φτάσει στη Χάγη, δεν πρέπει να κάνεις διμερή διαβούλευση;  
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Είναι ακριβώς όπως το λέτε. Για να φτάσει κανείς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, πρέπει να υπάρξει πρώτα αμοιβαίο συνυποσχετικό, δηλαδή οι δύο χώρες να συμφωνήσουν στα ερωτήματα και πως ακριβώς θα τα θέσουν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για να το πω πιο απλά και αυτό το συνυποσχετικό για να υπάρξει και να είναι κοινής αποδοχής από τις δύο χώρες, πρέπει προφανώς να υπάρξουν πριν και να ολοκληρωθούν διαβουλεύσεις και συμφωνία.
 
  Αρα στο πρώτο στάδιο υπάρχει η ανάγκη, οι δύο πλευρές να το συντάξουν αυτό το κείμενο και σε δεύτερο στάδιο, αφού δηλαδή προσφύγουν στο Διεθνές Δικαστήριο, το Διεθνές Δικαστήριο να βγάλει την απόφασή του.
 
  Αρα και το ένα και το άλλο είναι λογικά και αν θέλετε δεν αποκλείουν το ένα το άλλο. Η λογική λέει, ότι θα προχωρήσουμε, όπως πάντα ήταν άλλωστε η άποψη της Ελλάδας, σε μια διαβούλευση με την άλλη πλευρά για τη σύνταξη του συνυποσχετικού και στη συνέχεια στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. 
 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Μια τελευταία ερώτηση κ. Υπουργέ. Είναι δύο μήνες που έχει αναλάβει η κυβέρνηση και εσείς τα καθήκοντά σας. Θέλω να σας ρωτήσω η αίσθηση που έχετε, είναι καταρχήν ότι τα τελευταία χρόνια, υπάρχει ουσιαστική συναίνεση ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας ως προς την εξωτερική πολιτική; Επιβεβαιώνεται αυτή η συναίνεση στις βασικές γραμμές με την κυβερνητική αλλαγή και η κριτική που γίνεται, αφορά τακτικούς χειρισμούς, πριν τις εκλογές και μετά ή αφορά και θέματα ουσίας; Ποια είναι η γενική εικόνα;
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Στους στρατηγικούς στόχους, οι δύο μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, συμφωνούν και μάλιστα θα έλεγα συμφωνούν πλέον, διότι εδώ και μερικά χρόνια το ΠΑΣΟΚ, στην αρχή στα ευρωπαϊκά και σε συνέχεια και στα ελληνοτουρκικά έχει ασπαστεί τις απόψεις που είχε πάντα η Νέα Δημοκρατία. Δηλαδή, υπέρ του διαλόγου με την Τουρκία αφενός και υπέρ του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, θυμάστε παλαιότερα βεβαίως δεν ήταν στόχος της άλλης πλευράς.
 
  Εν πάση περιπτώσει, αυτό που έχει σημασία σήμερα είναι ότι συμφωνούμε στους στρατηγικούς στόχους. Από εκεί και πέρα βεβαίως υπάρχουν χειρισμοί και νομίζω ότι απλώς το ΠΑΣΟΚ σήμερα έχει χάσει τα αυγά και τα πασχάλια, για να το πω έτσι.
 
  Βλέποντας την Νέα Δημοκρατία, κυβέρνηση νεότατη ούσα στην εξουσία, να προχωράει τόσο καλά τα προβλήματα τα εξωτερικά της Ελλάδας και τους χειρισμούς που έκανε στο Κυπριακό και τους χειρισμούς που έκανε στα ελληνοτουρκικά, βεβαίως ενοχλείται από την επιτυχία αυτών των χειρισμών.
 
  Ενώ εκείνο, αυτό που έχει να επιδείξει στο παρελθόν, ήταν απλώς μια καλή ατμόσφαιρα και πολλές αν θέλετε, εικόνες για την τηλεόραση. Εμείς δουλεύουμε με γνώμονα τα συμφέροντα της χώρας, πως θα βελτιώσουμε τη θέση της χώρας και νομίζω ότι το πετύχαμε, σε μια πολύ δύσκολη περίοδο αρχικό για την κυβέρνησή μας, η οποία θα μπορούσε να συγκριθεί για παράδειγμα με τους χειρισμούς που είχε κάνει η κυβέρνηση Σημίτη, μόλις πρωτοανέλαβε την εξουσία στα Ίμια. Χειρισμούς, που θυμόμαστε όλοι με πολλή, θα έλεγα, θλίψη και μελαγχολία.
 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα. Κύριε Υπουργέ, να σας ευχαριστήσω πολύ. Καλή σας μέρα.  
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Ευχαριστώ και εγώ.
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Συνέντευξη ΥΦΥΠΕΞ, κ. Γ. Βαληνάκη, στη “ΝΕΤ 105,8” και στο δημοσιογράφο κ. Καπόπουλο (2004-05-11)

κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Καλή σας μέρα κ. Υπουργέ.   
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Καλημέρα σας. 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Βαληνάκης δεν είναι μόνο από το 1998, από τους διαμορφωτές της εξωτερικής πολιτικής στη Νέα Δημοκρατία αλλά στο παρελθόν με την ιδιότητα του πανεπιστημιακού και τη θέση που είχε στο Ελληνικό Ινστιτούτο Αμυντικής Εξωτερικής Πολιτικής, έχει υπάρξει και αναλυτής και από κάποια απόσταση έχει δει στη μεγάλη της διάρκεια, την ελληνική εξωτερική πολιτική.

  Θα προσπαθήσουμε και αυτή τη δεύτερη ιδιότητά του να επικαλεστούμε στην προσπάθειά μας να καταλάβουμε πως ακριβώς διαμορφώνεται το νέο σκηνικό.

  Κύριε Βαληνάκη, στη Λουκέρνη όταν είχε γίνει γνωστό το ταξίδι του Ερντογάν στην Αθήνα, είχε εκφραστεί μια πρώτη δυσπιστία, για το αν μπορεί με ανοικτό το Κυπριακό, να υπάρχει προσδοκία βελτίωσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δυσπιστία είχε εκφραστεί επίσης και για την επίσκεψη Ερντογάν στη Θράκη. Και οι δύο αυτές δυσπιστίες που είχαν εκφραστεί, έχουν διαψευστεί από τα πράγματα.

  Βρισκόμαστε σε ένα πολύ καλό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το ερώτημα είναι ποιος είναι ο ορίζοντας αυτού του κλίματος. Είναι, μέχρι τον Δεκέμβριο, που είναι το κρίσιμο ευρωτουρκικό ραντεβού ή πάει και πέρα από τον Δεκέμβριο; 
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Πράγματι νομίζω και στις δύο περιπτώσεις, δηλαδή και στο Κυπριακό και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η κυβέρνηση σημείωσε δύο πολύ μεγάλες επιτυχίες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι βεβαίως τα προβλήματα έχουν τελειώσει εξαιτίας αυτών των αποτελεσμάτων.

  Είμαστε ακόμα με το Κυπριακό ανοιχτό αλλά και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις παρά το ότι βρίσκονται σε πορεία εξομάλυνσης, δεν έχουν φτάσει σε αυτή την πλήρη εξομάλυνση. Αρα νομίζω ότι έγιναν τα σωστά βήματα. Εχουμε όμως από εδώ και πέρα και άλλα μπροστά μας.

  Ομως η Κύπρος αισθάνεται ασφαλέστερη μέσα στην Ευρωπαϊκής Ενωση, να ξαναδεί το θέμα με το ασφαλές αυτό μάτι του μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από την άλλη μεριά και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπως φάνηκε και από την επίσκεψη του Τούρκου Πρωθυπουργού στη Θράκη, βρίσκονται σε ένα πολύ καλό σημείο, αφετηρίας θα έλεγα, έτσι ώστε να υπάρξει η επίλυση των προβλημάτων.

  Από εκεί και πέρα βεβαίως έχουμε μπροστά μας έναν πρώτο ορίζοντα που είναι ο Δεκέμβριος, δεδομένου ότι η Τουρκία κρίνεται για το αν θα ξεκινήσει ή όχι ενταξιακές διαπραγματεύσεις και κρίνεται και βάση της απόφασης του Ελσίνκι το 1999.

  Συνεπώς υπάρχει αυτή η διπλή κρίση της Τουρκίας που δημιουργεί μια πίεση, αν θέλετε προς τη δική της την πλευρά, να έρθει σε λογικότερες λύσεις και στο θέμα του Κυπριακού και στο θέμα των ελληνοτουρκικών.

  Νομίζω ότι αυτός είναι ο βασικός στόχος σήμερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αν υπάρχει ένα περιθώριο για να λύσουμε τα προβλήματα καλύτερα και μετά τον Δεκέμβριο, δεν θα πρέπει να το σκεφτούμε.

κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Να σταθώ σε αυτή την τελευταία επισήμανσή σας κ. Υπουργέ. Αν υπάρχει ένα περιθώριο να λύσουμε τα προβλήματα καλύτερα μετά τον Δεκέμβριο. Στην προοπτική μιας συνέχισης του διαλόγου ανάμεσα στην Αγκυρα και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αυτό που λέτε έχει όντως τη δική του αξία. Μια Τουρκία, που θα έχει μπει στη λογική της διαπραγμάτευσης της ενταξιακής στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θα έχει επιπλέον κίνητρα να επιδείξει η ευρωπαϊκή συμπεριφορά. 
  
  Η κριτική που γίνεται προς τους χειρισμούς της κυβέρνησης, κυρίως από το κόμμα και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι ότι γιατί διακινδυνεύετε να περάσει ο Δεκέμβριος και να έχουμε το ενδεχόμενο μιας αρνητικής εξέλιξης στις ευρωτουρκικές σχέσεις. 
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Δεν το διακινδυνεύουμε πρώτα – πρώτα. Προσπαθούμε με ορίζοντα, το έχω πει και επανειλημμένα μέχρι σήμερα και στο Κυπριακό και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με ορίζοντα τον Δεκέμβριο.

  Αυτός όμως ο ορίζοντας δεν πρέπει να είναι απόλυτος, με την έννοια δηλαδή ότι αν έχουν προχωρήσει οι διαβουλεύσεις και οι επαφές και στο ένα θέμα και στο άλλο σε τέτοιο βαθμό μέχρι τον Δεκέμβριο που να χρειαζόμαστε ακόμα λίγο χρόνο, για να το κλείσουμε το θέμα, κατά επωφελέστερο τρόπο παρά να το κλείσουμε ενόψει του Δεκεμβρίου, αυτό λέω, ότι δεν θα έπρεπε από μόνο του να σταθεί εμπόδιο, σε μια παράταση των συνομιλιών.

  Δεν σημαίνει όμως ότι δεν προσπαθούμε με ορίζοντα τον Δεκέμβριο, διότι βεβαίως αντιλαμβανόμαστε τα δεδομένα. Θέλω όμως να πω και κάτι άλλο. Απ΄ ότι φαίνεται το Δεκέμβριο, είναι μάλλον απίθανο να θεωρήσουμε ότι η Τουρκία θα υποστεί ένα πολύ ηχηρό όχι και ένα, για να το πω πολύ απλά, ένα χαστούκι στο πρόσωπο.

  Είναι πολύ πιο πιθανόν να υποθέσουμε ότι θα υπάρξει είτε μια μεσοβέζικη λύση, δηλαδή μιας παραπέρα παράτασης της έναρξης των συνομιλιών, είτε αυτό που επιθυμούν και οι ίδιοι οι Τούρκοι, δηλαδή άμεση έναρξη των συνομιλιών αυτών.

  Συνεπώς νομίζω ότι δεν είναι τόσο μεγάλος ο κίνδυνος. Επαναλαμβάνω όμως  ότι ο στόχος μας ο πρώτος και βασικός, είναι μέχρι τον Δεκέμβριο να έχουμε φτάσει σε ένα πολύ ικανοποιητικό επίπεδο. 
  
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Υπάρχει εκπεφρασμένη βούληση από την ελληνική κυβέρνηση, χωρίς να αναμειγνύεται στα εσωτερικά της Κυπριακής Δημοκρατίας και χωρίς να αμφισβητεί την εκπεφρασμένη βούληση του κυπριακού λαού πρόσφατα στο δημοψήφισμα, για αναζήτηση λύσης με βάση το σχέδιο Ανάν συν διεθνείς εγγυήσεις. Αν έχω καταλάβει καλά, κάπως έτσι είναι τα πράγματα.

  Όμως, το σκηνικό θα διαμορφωθεί καθοριστικά από τους συσχετισμούς της ίδιας της κυπριακής πολιτικής σκηνής και της ίδιας της ωρίμανσης των συνθηκών στην Κύπρο. Μήπως έτσι εκ των πραγμάτων, η Αθήνα απλώς θα καταγράφει τις πρωτοβουλίες και την ωρίμανση των συσχετισμών στην κυπριακή ελληνική σκηνή;

κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Είναι λογικό σε πρώτο επίπεδο, ότι η Κυπριακή Δημοκρατία και οι πολιτικές της δυνάμεις και τα συντεταγμένα όργανα, πρέπει να αποφασίσουν για το ποια θα είναι η θέση, με την οποία θα επαναφέρει το ζήτημα στη διεθνή σκηνή η Κυπριακή Δημοκρατία. Δηλαδή, ποια θα είναι ακριβώς η θέση της. Θα είναι ότι ξεκινούμε όπως φαντάζομαι με το σχέδιο Ανάν συν κάποιες αλλαγές δύο, τρεις, δεκαπέντε ή σαράντα;

  Αυτό δεν έχει ξεκαθαριστεί στο εσωτερικό της Κύπρου και απομένει η Κυπριακή Δημοκρατία πρώτα να αποφασίσει που θα ισορροπήσει και που θα υπάρξει μια συμβιβαστική αν θέλετε άποψη, ανάμεσα σε διαφορετικές απόψεις που υπάρχουν.  Όπως επίσης και για τα θέματα της διαδικασίας.

  Συνεπώς, εμείς θα ακούσουμε πρώτα την Κυπριακή Δημοκρατία στη θέση που θα διαμορφώσει, ενώ παράλληλα θα κάνουμε και τον κύκλο των επαφών μας των διεθνών που έχουμε ήδη ξεκινήσει με την Τουρκία και με τους Ευρωπαίους εταίρους μας και που συνεχίζεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στον κ. Μπους.

  Και κατά συνέπεια νομίζω, στην αρχή του καλοκαιριού, θα υπάρχει μια πιο συγκεκριμένη εικόνα, για το τι πρώτα – πρώτα επιθυμεί η Κύπρος και τι από την άλλη μεριά από πλευράς διεθνών παραγόντων, είναι ρεαλιστικά εφικτό. 
 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα. Κύριε Υπουργέ, αναφερθήκατε στο θέμα των ελληνοτουρκικών διαβουλεύσεων και συνομιλιών, για το θέμα της υφαλοκρηπίδας και έτσι όπως αναλύσατε και παρουσιάσατε το ραντεβού του Δεκεμβρίου, όντως πρέπει να γίνει και αυτή η ανάγνωση, να μην δραματοποιούμε το ραντεβού του Δεκεμβρίου, μπορεί να μην είναι απόλυτο ναι, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις να φοβόμαστε ένα απόλυτο όχι. Ένα κλείσιμο της πόρτας απέναντι στην Τουρκία. 
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Ναι λέω το πιθανότερο είναι αυτό, δεν μπορώ βέβαια  να αποκλείσω αλλά είναι λιγότερο πιθανό.
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Ένα ζητούμενο είναι αυτή καθ΄ εαυτή η ουσία της διαπραγμάτευσης, αν έχει ωριμάσει πραγματικά μια ελληνοτουρκική συνεννόηση, το θέμα να φτάσει κάπου. Ένα δεύτερο, είναι το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης.

  Η Τουρκία για χρόνια είχε αντιρρήσεις στην παραπομπή του θέματος υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και προτιμούσε τη διμερή διαβούλευση. Είναι αυτά τα δύο θέματα αλληλοαποκλειόμενα; Για να φτάσει στη Χάγη, δεν πρέπει να κάνεις διμερή διαβούλευση;  
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Είναι ακριβώς όπως το λέτε. Για να φτάσει κανείς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, πρέπει να υπάρξει πρώτα αμοιβαίο συνυποσχετικό, δηλαδή οι δύο χώρες να συμφωνήσουν στα ερωτήματα και πως ακριβώς θα τα θέσουν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για να το πω πιο απλά και αυτό το συνυποσχετικό για να υπάρξει και να είναι κοινής αποδοχής από τις δύο χώρες, πρέπει προφανώς να υπάρξουν πριν και να ολοκληρωθούν διαβουλεύσεις και συμφωνία.

  Αρα στο πρώτο στάδιο υπάρχει η ανάγκη, οι δύο πλευρές να το συντάξουν αυτό το κείμενο και σε δεύτερο στάδιο, αφού δηλαδή προσφύγουν στο Διεθνές Δικαστήριο, το Διεθνές Δικαστήριο να βγάλει την απόφασή του.

  Αρα και το ένα και το άλλο είναι λογικά και αν θέλετε δεν αποκλείουν το ένα το άλλο. Η λογική λέει, ότι θα προχωρήσουμε, όπως πάντα ήταν άλλωστε η άποψη της Ελλάδας, σε μια διαβούλευση με την άλλη πλευρά για τη σύνταξη του συνυποσχετικού και στη συνέχεια στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. 
 
κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Μια τελευταία ερώτηση κ. Υπουργέ. Είναι δύο μήνες που έχει αναλάβει η κυβέρνηση και εσείς τα καθήκοντά σας. Θέλω να σας ρωτήσω η αίσθηση που έχετε, είναι καταρχήν ότι τα τελευταία χρόνια, υπάρχει ουσιαστική συναίνεση ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας ως προς την εξωτερική πολιτική; Επιβεβαιώνεται αυτή η συναίνεση στις βασικές γραμμές με την κυβερνητική αλλαγή και η κριτική που γίνεται, αφορά τακτικούς χειρισμούς, πριν τις εκλογές και μετά ή αφορά και θέματα ουσίας; Ποια είναι η γενική εικόνα;
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Στους στρατηγικούς στόχους, οι δύο μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, συμφωνούν και μάλιστα θα έλεγα συμφωνούν πλέον, διότι εδώ και μερικά χρόνια το ΠΑΣΟΚ, στην αρχή στα ευρωπαϊκά και σε συνέχεια και στα ελληνοτουρκικά έχει ασπαστεί τις απόψεις που είχε πάντα η Νέα Δημοκρατία. Δηλαδή, υπέρ του διαλόγου με την Τουρκία αφενός και υπέρ του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, θυμάστε παλαιότερα βεβαίως δεν ήταν στόχος της άλλης πλευράς.

  Εν πάση περιπτώσει, αυτό που έχει σημασία σήμερα είναι ότι συμφωνούμε στους στρατηγικούς στόχους. Από εκεί και πέρα βεβαίως υπάρχουν χειρισμοί και νομίζω ότι απλώς το ΠΑΣΟΚ σήμερα έχει χάσει τα αυγά και τα πασχάλια, για να το πω έτσι.

  Βλέποντας την Νέα Δημοκρατία, κυβέρνηση νεότατη ούσα στην εξουσία, να προχωράει τόσο καλά τα προβλήματα τα εξωτερικά της Ελλάδας και τους χειρισμούς που έκανε στο Κυπριακό και τους χειρισμούς που έκανε στα ελληνοτουρκικά, βεβαίως ενοχλείται από την επιτυχία αυτών των χειρισμών.

  Ενώ εκείνο, αυτό που έχει να επιδείξει στο παρελθόν, ήταν απλώς μια καλή ατμόσφαιρα και πολλές αν θέλετε, εικόνες για την τηλεόραση. Εμείς δουλεύουμε με γνώμονα τα συμφέροντα της χώρας, πως θα βελτιώσουμε τη θέση της χώρας και νομίζω ότι το πετύχαμε, σε μια πολύ δύσκολη περίοδο αρχικό για την κυβέρνησή μας, η οποία θα μπορούσε να συγκριθεί για παράδειγμα με τους χειρισμούς που είχε κάνει η κυβέρνηση Σημίτη, μόλις πρωτοανέλαβε την εξουσία στα Ίμια. Χειρισμούς, που θυμόμαστε όλοι με πολλή, θα έλεγα, θλίψη και μελαγχολία.

κ. Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα. Κύριε Υπουργέ, να σας ευχαριστήσω πολύ. Καλή σας μέρα.  
κ. Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ: Ευχαριστώ και εγώ.